Υπάρχει ένας πολύ βασικός λόγος που απολαμβάνουμε τα ντοκιμαντέρ του Μελέτη Μοίρα, ανεξάρτητα από τη σχέση μας με το θέμα τους, και αυτός υπογραμμίζεται στον τίτλο του παρόντος: η λατρεία. Το εκάστοτε θέμα του είναι (εμφανώς) αντικείμενο λατρείας για τον Έλληνα σκηνοθέτη κι αυτό, σύμφωνα με το γνωστό δημοσιογραφικό κλισέ, «βγαίνει προς τα έξω». Αφού, λοιπόν, κατέγραψε την ιστορία του Jazz FM και του περιοδικού «Βαβέλ», ο Μοίρας καταπιάνεται με σύγχρονες ελληνικές ταινίες που απέκτησαν cult διάσταση, το Τσίου, το Σπιρτόκουτο, το Ας περιμένουν οι γυναίκες και την τελευταία ενότητα του Όλα είναι δρόμος.

 

Παράλληλα με την οριοθέτηση του όρου cult, που σε μεγάλο βαθμό προκύπτει (και) από τη συζήτηση για τις ταινίες , παρατίθενται ιστορίες από τα γυρίσματά τους και επιχειρείται και μια σύντομη ανάλυσή τους. Τα σχόλια των συνεντευξιαζόμενων δεν περιορίζονται σε αγαπητικές φιλοφρονήσεις, είναι διεισδυτικά –θα ακουστεί σαν να παινεύουμε το σπίτι μας, αλλά αποδείχτηκε όντως άριστη ιδέα να προσκληθούν κριτικοί κινηματογράφου στο ρόστερ– κάποτε και ξεκαρδιστικά, όπως η αφήγηση του Αργύρη Μπακιρτζή για την πρώτη φορά που εκτέθηκε σε ταινία του Τσιώλη στην τηλεόραση. Γνωρίζοντας, δε, ότι επί της ουσίας πρόκειται για ντοκιμαντέρ αποτελούμενο από ομιλούσες κεφαλές, ο Μοίρας συμπληρώνει τα λεγόμενά τους με σκίτσα και διάφορα ευρήματα, με πιο χαρακτηριστικό εκείνο του παρεμβατικού «ιερέα» Αντώνη Τσιοτσιόπουλου – είναι δομικό στοιχείο του cult η θρησκευτικότητα. Κι αν η επιλογή της τελικής κινηματογραφικής τετράδας, ανάμεσα σε τόσους τίτλους που παρελαύνουν κατά τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ, μοιάζει όχι αυθαίρετη –και οι τέσσερις είναι επιφανείς εκπρόσωποι του «είδους», άλλωστε– αλλά κάπως συγκυριακή, με μια δεύτερη σκέψη μάλλον εμπλουτίζει το… cult του πράγματος.