Έχοντας πια τρεις ταινίες ως δείγμα, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι ο Άντονι Τσεν χτίζει μια φιλμογραφία γεμάτη χαρακτήρες με δυσαναπλήρωτα κενά, ήρωες ευρισκόμενους στο κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας, σε αναζήτηση μιας χείρας βοηθείας που θα τους βοηθήσει να ανέβουν στο βαγόνι. Αφήνοντας στην άκρη τη γονική σχέση του Ilo Ilo και την… υβριδική του Wet Season, αλλά κρατώντας από το δεύτερο τη συμβολική χρήση των καιρικών συνθηκών, στο Breaking Ice ο Τσεν ακολουθεί μια τριάδα νέων που θα συνθέσουν ένα απρόσμενο ερωτικό τρίγωνο. Μακριά από γαργαλιστικές παρεξηγήσεις, γλαφυρές λεπτομέρειες και λοιπές προκλήσεις, ο Τσεν θα τους αφήσει να χαθούν στη σαγήνη της στιγμής, να πληρώσουν τα κενά μέσα από τη συναναστροφή, να χορέψουν, να φλερτάρουν, να ξεσπάσουν σε λυγμούς, να περιπλανηθούν και να ζήσουν, αψηφώντας τον πάγο κάτω από τα πόδια τους, που είναι έτοιμος να σπάσει.

 

Τα πλήκτρα και οι ambient ηλεκτρονικοί ήχοι απηχούν την ανάγκη των ηρώων να μοιραστούν, γεννώντας ακόμα και στιγμές καθημερινού λυρισμού, αν όχι μαγικού ρεαλισμού –π.χ. η σκηνή στο παγοδρόμιο, όπου μια μορφή από το παρελθόν εμφανίζεται μέσα στο πλήθος–, ενώ η χαλαρότητα της πλοκής δεν αφήνει την εντύπωση της λοξοδρόμησης αλλά υποστηρίζει τις ανάγκες και την ψυχολογική κατάστασή τους και, ταυτόχρονα, το συνολικό όραμα του Τσεν.

 

Σινεμά μετρημένο, που κοιτάζει τους ανθρώπους του από το ύψος του βλέμματος, πασχίζοντας ταυτόχρονα να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω του και να το φέρει στην επιφάνεια με κινηματογραφικούς όρους. Αν αφεθείτε στον ρυθμό του, θα αποζημιωθείτε.