Ένας άντρας και μια γυναίκα, αμφότεροι «μαύρα πρόβατα» των οικογενειών τους και με τα σαράντα πατημένα, παντρεύονται μετά από μια απόφαση που λαμβάνεται από τις οικογένειές τους σχεδόν ερήμην τους. Αυτό δεν θα είναι το μοναδικό πράγμα που θα γίνει για εκείνους χωρίς εκείνους κατά τη διάρκεια αυτής της ήσυχης, μα , όπως φαίνεται, τόσο εκρηκτικής για το κινεζικό καθεστώς ταινίας που οδήγησε στην απόσυρσή της απ’ όλες τις streaming πλατφόρμες και στην απαγόρευση οποιασδήποτε μνείας στα social media, πετυχαίνοντας, τελικά, να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

 

Η καλλιέργεια της γης και το χτίσιμο ενός σπιτικού συμβολίζει την εξέλιξη της αγάπης μέσα στην οποία θα βρουν καταφύγιο αυτές οι δυο ψυχές, μιας αγάπης που θα ζυμωθεί μέσα από τα απόνερα της περιθωριοποίησης που υπέστησαν εντός των ίδιων των οικογενειών τους, θα σμιλευτεί μέσα από τις αντιξοότητες που θα αντιμετωπίσουν και θα δοκιμαστεί, τελικά, όχι από τη φύση, αλλά από την ανθρώπινη εχθρικότητα και τη συστημική αδικία. 

 

Δεν κάνει να γράψουμε περισσότερα για να μην ελαττώσουμε τον αντίκτυπο που θα έχει η τρίτη πράξη μιας ταινίας η οποία συνδυάζει τον κοινωνικό ρεαλισμό και τις γραφικές εικόνες της κινεζικής επαρχίας με στιγμές τρυφερότητας, την καθημερινή ποίηση των παρατηρήσεων των δύο ηρώων για τη ζωή γύρω τους αλλά και ένα πολιτικό σχόλιο που, συμπτωματικά, για μία ακόμα φορά στη φετινή κινηματογραφική σεζόν καθίσταται εντονότερο μέσα από τα μάτια ενός γαϊδαράκου, ενός αθώου πλάσματος που γίνεται μάρτυρας (και θύμα) μιας τραγικής κατάστασης.

 

«Αυτή θα είναι η αρχή της νέας του ζωής» είναι τα τελευταία λόγια που ακούγονται στο φιλμ του Λι Ρουιτζούν, μα η εικόνα που τα συνοδεύει ούτε σε αρχή παραπέμπει ούτε ακριβώς νέα ζωή ευαγγελίζεται.