Μόνο αφού εξαντλήσει τη σκληρότητα σε όλη της την πεζή αλήθεια ο σκηνοθέτης Ζακ Οντιάρ σπάει το κάρκαδο των πρωταγωνιστών της ιστορίας αυτής, για να αφήσει να βγει ο συναισθηματικός τους κόσμος. Το Σώμα με Σώμα είναι ένα υπερβολικό, παράξενο υβρίδιο ρεαλισμού και μελοδράματος, που δοκιμάζει τις αντοχές του Αλί και της Στεφανί, υποβάλλοντάς τους στις δοκιμασίες του οίκτου και της ανάγκης.

 

Εκείνη μένει ανάπηρη μετά από ένα τρελό ατύχημα κι εκείνος είναι ένας φτωχός που περιπλανιέται και καβγαδίζει επί πληρωμή, ένας ανεύθυνος πατέρας. Η ερωτική αντιστοιχία της όμορφης και του λαϊκού παιδιού γίνεται ειρωνική, όταν η Στεφανί χάνει τα πόδια της κι ο Αλί χρησιμοποιεί τα χέρια του (και τη δύναμή του) για να κερδίσει χρήματα σε τζογαδόρικους πυγμαχικούς αγώνες του δρόμου.

 

Τα προσχήματα ανάμεσά τους πέφτουν, όταν διαλύονται οι ψευδαισθήσεις της Στεφανί για την ομορφιά και το κατά πόσο περνάει η μπογιά της. Θα ανακαλύψουν πως είναι φτιαγμένοι από το ίδιο υλικό (ακρωτηριασμένοι, πλανεμένοι, νταήδες), όταν καταλάβουν πως η σχέση τους δεν είναι δεσμός ανάγκης αλλά ισοδύναμη ένωση. Η διαδρομή προς την ιδιότυπη αρμονία τους είναι και το ζητούμενο στο έργο, κάτι που ο Οντιάρ δούλεψε μεθοδικά και κατάφερε να πετύχει.

 

Η δραματική σκηνή του Αλί με το παιδί του λίγο πριν από το τέλος δίνει τη θέση της σε ένα φινάλε που ανοίγεται σε μια νέα αρχή, ξαλαφρώνοντας και τους δύο από τα βάρη και την καταχνιά (ένα happy end χωρίς το χάπι της ευκολίας). Ο Οντιάρ τους έχει ξεσκεπάσει τελείως και τους βάζει να σταθούν στα πραγματικά τους πόδια.