Οι «Φόνοι της Αλκάσερ» το 1992 στην Ισπανία, όπου τρία κορίτσια βρέθηκαν δολοφονημένα έπειτα από 75 μέρες εξαφάνισης, επανεμφανίζονται κατά καιρούς σε σελίδες για φίλους του αστυνομικού ρεπορτάζ. Αποτέλεσαν και αντικείμενο μίας από εκείνες τις κιτρινίζουσες, true crime σειρές ντοκιμαντέρ που μπορείς να βρεις στον κατάλογο του Netflix. Στη χώρα τους άλλαξαν για πάντα τον τρόπο που διεξάγονται οι ανακρίσεις και οι εγκληματολογικές έρευνες, λόγω της αδιανόητα πλημμελούς διεξαγωγής τους από τις Αρχές, υπήρξαν δε και μνημείο ανθρωποφαγικής κάλυψης από τα media, με τους δημοσιογράφους των καναλιών να σκυλεύουν τα πτώματα τον κοριτσιών και να εκμεταλλεύονται τον πόνο των οικείων τους. Στη συγκεκριμένη ιστορία υπάρχει μπόλικο υλικό που μπορεί να εμπνεύσει έναν δημιουργό ώστε να κάνει μια ταινία που θα μιλά για κάτι ευρύτερο και μεγαλύτερο από τα στενά πλαίσια μιας ειδησεογραφικής αναπαραγωγής – ή ενός «πορνό δυστυχίας».

 

Αυτή η ταινία δεν είναι οι 75 μέρες του Ισπανού Μ.Α. Ρομέρο, που έρχονται μυστηριωδώς στις αίθουσές μας από το μακρινό (με τόσα που έχουν μεσολαβήσει) 2020, έχοντας περάσει απαρατήρητες στην πατρίδα τους. Αν το φιλμ αρχικά σού δίνει την αίσθηση ότι είναι κάποιο θρίλερ αστυνομικής προδικασίας, σύντομα διαπιστώνεις ότι πρόκειται για απλή δραματοποίηση, το ενδιαφέρον της οποίας εξαντλείται στην (όχι καλοπροαίρετη) περιέργεια και στην ανακούφιση του θεατή που το «πάθημα» αυτό δεν έλαχε στον ίδιο και στους δικούς του – απευθύνεται, δηλαδή, στα ίδια ένστικτα που επιχειρεί να γαργαλήσει η αισχρή true crime παραγωγή τεκμηρίωσης που κυκλοφορεί με το τσουβάλι εκεί έξω. 

 

Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι έχει λυθεί το ζήτημα της χρονικής απόστασης από το τραγικό αληθινό γεγονός και του σεβασμού των εν ζωή συγγενών, που σε τίποτα δεν φταίνε για να παρακολουθούν το δράμα των ίδιων και τα βάσανα των κοριτσιών τους στο πανί, αυτό δεν δικαιολογεί την κατακίτρινη δημιουργική προσέγγιση του Ρομέρο, που φαίνεται ότι λαχταρά να παραδώσει exploitation θέαμα από τον τρόπο που αφήνει τις σκηνές θρήνου να κρατήσουν αρκετά παραπάνω, για να διαλύσει κάθε αμφιβολία στη μεγάλη σεκάνς της μαρτυρίας ενός υπόπτου. Τα φρικαλέα πεπραγμένα ενός (υποτιθέμενου) συναυτουργού του κινηματογραφούνται πορνογραφικά και, σαν να μην έφτανε αυτό, η αμφισεξουαλικότητά του προστίθεται ως ένδειξη ενοχής – κι όμως, δεν θα πιστεύετε στα μάτια και στα αυτιά σας. Το κερασάκι στην τούρτα είναι όταν, με τρόπο που ακόμα κι ο Όλιβερ Στόουν δεν θα τολμούσε ποτέ, ο Ρομέρο έρχεται για να μας «αποκαλύψει» τι πραγματικά συνέβη, αμέσως μετά τις τυπικές ενημερωτικές κάρτες του φινάλε, οι οποίες είθισται να μας πληροφορούν πού βρίσκονται σήμερα οι πρωταγωνιστές της αληθινής υπόθεσης.  

 

Δεν γνωρίζουμε αν ο Ισπανός σκηνοθέτης, που υπογράφει και το σενάριο, ήθελε με κάποιον τρόπο να δικαιώσει τα θύματα, να εκτονώσει την οργή του ή είχε πιο ιδιοτελή κίνητρα, ασχολούμενος με τους φόνους της Αλκάσερ. Εκείνο που ξέρουμε είναι ότι η ταινία του ελάχιστα διαφέρει από την επαίσχυντη κάλυψη της ιστορίας από τους δημοσιογραφίσκους της εποχής και τίποτα δεν έχει να προσφέρει σε θεατές εντός κι εκτός ισπανικών συνόρων πέρα από αγνό, τιποτένιο κουτσομπολιό.