Στο original Speak no evil του 2022 ένα ανδρόγυνο Δανών με την κόρη τους κάνουν παρέα με ένα ζευγάρι Ολλανδών με τον γιo τους που υποτίθεται πως πάσχει από εκ γενετής αγλωσσία, οι οποίοι και τους καλούν για ένα χαλαρό Σαββατοκύριακο στο σπίτι τους στην εξοχή – από εκείνα που ο θεατής γνωρίζει από την αρχή πως απαγορεύονται διά ροπάλου.

 

Το φινάλε καταδύεται πιο χαμηλά και από την κόλαση, και στο φετινό remake της Blumhouse (υπεύθυνη για τη μνημειώδη αστοχία του επαναλανσαρίσματος του παλιού Εξορκιστή) οι φιλήσυχοι τουρίστες είναι Αμερικανοί, οι νέοι τους φίλοι έγιναν Βρετανοί, τα φύλα των παιδιών παρέμειναν ίδια, όπως και το πρόβλημα ομιλίας του γιου και το ειδυλλιακό τοσκανικό σκηνικό της αρχικής γνωριμίας τους.

 

Τα στάδια του δεσίματος των δυο οικογενειών δεν διαφοροποιούνται δραματικά, αν και ο τόνος της διεστραμμένης μαύρης κωμωδίας της πρωτότυπης ταινίας του Κρίστιαν Τάφντρουπ μορφοποιείται πιο σταθερά στα κλισέ ενός ψυχολογικού θρίλερ σχετικής αναμονής στην αγγλόφωνη εκδοχή του Γουότκινς (Woman in black, Eden Lake), με το horror να ελλοχεύει στα πρόθυρα της κρίσιμης μονομαχίας μέχρι τελικής πτώσης. Ίσως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο στις Κραυγές σιωπής είναι το κάστινγκ του ζευγαριού των Αμερικανών: ο Τεξανός Σκουτ Μακνέιρι και η Καναδή Μακένζι Ντέιβις είχαν πρωταγωνιστήσει στις 4 σεζόν του ωραίου τηλεοπτικού δράματος «Halt and catch fire», αποκτώντας μια αξιοζήλευτη χημεία στην αμήχανη συνέργεια δυο διαφορετικών προσωπικοτήτων.

 

Ανόμοιοι, αλλά οχυρωμένοι σε μια κατακτημένη οικειότητα που δεν βλέπουμε συχνά, ο Μπεν και η Λουίζ Ντάλτον που υποδύονται εκπροσωπούν την ευγένεια που συνθλίβεται από τη ρεαλιστική ανδροπρέπεια του υπερβολικού και υπερβολικά τοξικού Πάντι (Τζέιμς Μακαβόι, σαν να συνεχίζει τη σχιζοφρενική αποστολή του από το Split). Το πρώτο μέρος, μια μικρή σπουδή στη λεπτή γραμμή μεταξύ της βεβιασμένης κοινωνικότητας και της παραχώρησης της ιδιωτικότητας σε αγνώστους, είναι σαφώς πιο αξιοπρόσεκτο σε σύγκριση με τη συμβιβασμένη εξέλιξη της γνωστής ιστορίας.