Ο Γκρεγκουάρ Κανβέλ έχει όλα όσα θα μπορούσε να ζητήσει ένας άντρας: μια σύζυγο που λατρεύει, τρία αξιαγάπητα παιδιά και μια δουλειά που του κεντρίζει το ενδιαφέρον. Είναι παραγωγός ταινιών. Το να ανακαλύπτει ταλαντούχους ανθρώπους και να δημιουργεί ταινίες που ταιριάζουν στην αντίληψή του για το σινεμά είναι ακριβώς ο λόγος που ζει. Αφιερώνει σχεδόν όλο τον χρόνο και την ενέργειά του στη δουλειά του. Είναι υπερδραστήριος, δεν σταματά ποτέ. Εκτός από τα Σαββατοκύριακα, που τα περνά στην εξοχή με... οικογενειακά διαλείμματα, που είναι τόσο πολύτιμα. Ώσπου μια μέρα θα έρθει αντιμέτωπος με μια βαριά αλήθεια: η εταιρεία του έχει μεγάλα χρέη.

Η Μία Χάνσεν Λοβ, σύντροφος του Ολιβιέ Ασαγιάς, ξεκίνησε από τη θεωρία του σινεμά γράφοντας για τα «Cahiers» και πέρασε στη σκηνοθεσία. Εδώ υπογράφει μια πολύ προσωπική ταινία, αφού ο κεντρικός χαρακτήρας δεν φωτογραφίζει απλώς τον ευπατρίδη του γαλλικού κινηματογράφου Ιμπέρ Μπαλσάν, αλλά αποτίνει φόρο τιμής στη ζωή και τον τραγικό θάνατό του, στο σινεμά που στήριξε και στις δυσκολίες που αντιμετώπισε - ο δε πρωταγωνιστής μοιάζει πολύ στην πιο νεανική φάση της ζωής του. Ο Μπαλσάν ξεκίνησε ως βοηθός στις ταινίες του Μπρεσόν και του Πιέρ Καστ, ενθάρρυνε πολλές γυναίκες κινηματογραφίστριες και βοήθησε στη χρηματοδότηση αραβόφωνων ταινιών, όπως η Θεϊκή Παρέμβαση του Σουλεϊμάν, η Αλεξάνδρεια του Σαχίν και η Πύλη του Ήλιου του Γιούσρι Νασραλά. Αυτοκτόνησε δι' απαγχονισμού στο γραφείο του, όπως και ο Κανβέλ της ταινίας, γόνος κι αυτός οικογένειας βιομηχάνων, με υψηλή μόρφωση και πλούσια παιδεία.

Ο Πατέρας των παιδιών μου μιλάει για τη βουβή απελπισία ενός αξιοπρεπούς ανθρώπου, που, ενώ είναι αισιόδοξος πως το σύστημα θα τον βοηθήσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες (ως τελευταία λύση αφήνει την παρέμβαση της αυστηρής και προφανώς απόμακρης οικογένειάς του), ο κώδικας τιμής που έχει δεν τον αφήνει να «σπάσει» σαν αποτυχημένος άνθρωπος, αρνούμενος να αφήσει τον εαυτό του στην αγκαλιά της (επαγγελματικής και προσωπικής) οικογένειας που δημιούργησε αυτός. Στο κλίμα της δυσπραγίας που χτίζει ο Κανβέλ μέσα από ατέρμονες, αδιέξοδες συζητήσεις για το μέλλον των παραγωγών που έχει αναλάβει, η Μία Χάνσεν Λόβε θίγει με τρυφερότητα, εκτός από τον αγώνα του γαλλικού σινεμά να λειτουργήσει αυτόνομα και υγιώς σε ένα καλλιτεχνικό επίπεδο, το ουσιαστικό περιεχόμενο που κληροδοτεί ο παραγωγός και πατέρας σε όλα τα «παιδιά» του: τη ζωή στις ανθρωποκεντρικές και σοφιστικέ ταινίες του, τον μόχθο και την αγάπη που έδωσε για να τις θρέψει, το μεράκι και την υπομονή που έδειξε στην «ανατροφή» τους.

Με τον ίδιο τρόπο που παρηγορεί έναν ηθοποιό στο γύρισμα για την απιστία της γυναίκας του, εξηγεί στα παιδιά του την ιστορία των Ναϊτών Ιπποτών σε μια επίσκεψή τους σε ένα κάστρο. Ωστόσο, η ανταπόδοση που δέχεται δεν του είναι αρκετή για να δει φως στο πλήρες σκοτάδι που τον πνίγει, χωρίς να διαθέτει εξωστρέφεια ώστε να επικοινωνήσει το πρόβλημα. Ο Πατέρας των παιδιών μου είναι μια ιδιόμορφη σινεφίλ ταινία, ελλιπής στις εντάσεις και την αμεσότητα, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ άλλη χώρα που να μπορούσε να γυριστεί και να ταιριάζει τόσο καλά από τη Γαλλία.