Με την έννοια πως κάθε ιστορία έχει πολλά πράγματα να πει αλλά και πολλούς τρόπους να διαβαστεί, ένα δείγμα της ενισχυμένης φαντασίας ενός μικρού παιδιού εμφανίζεται τα βράδια μπροστά του, ως ένας παράδοξος τρόπος επίλυσης των προβλημάτων του. Αυτά είναι κυρίως εσωτερικά, αφού μετά το διαζύγιο των γονιών του έχει να διαχειριστεί κάτι πολύ σοβαρότερο, τον επερχόμενο θάνατο της μητέρας του. Ο Μπαγιόνα καταφεύγει πάλι στα παιδικά τραύματα (μετά το Ορφανοτροφείο) με έναν τρόπο που δεν είναι καινούργιος, την παρουσία ενός τρομακτικού οπτικά τέρατος που βρίσκεται εκεί για καλό σκοπό και αποτυπώνει τους δαίμονες του μικρού ήρωα, αλλά διηγείται την ιστορία του με ευφάνταστους τρόπους, αποσπώντας δυνατές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές του και ενώνοντάς τες με animation και CGI. Το πάντρεμα αυτό λειτουργεί, παρά την άνευ λόγου φασαρία του στο ξεκίνημα, οδηγώντας με ήπιο τρόπο σε ένα λυτρωτικό και έντονα συναισθηματικό φινάλε, όπου το τεράστιο χέρι του τέρατος μπορεί να βγει και λίγο έξω από την οθόνη, αγκαλιάζοντας με αντίστοιχη δύναμη και τον θεατή.