Η Ναχίντ, μια νεαρή διαζευγμένη γυναίκα ζει στο Ιράν. Όταν ερωτεύεται έναν άλλον άνδρα δεν μπορεί να τον παντρευτεί γιατί της έχει παραχωρηθεί η επιμέλεια του παιδιού της υπό τον όρο να μην ξαναπαντρευτεί. Η Nahid καταφεύγει στην λύση του προσωρινού γάμου που όμως ενώ είναι νόμιμος δεν έχει την αποδοχή της κοινωνίας.

 

Κι ενώ οι Τζολί-Πιτ ασχολούνται με τα προβλήματα του πρώτου κόσμου, σοβαρά μεν, αλλά ντυμένα με ένα πολυτελές λούστρο και ζαλισμένα από τα αντικαταθλιπτικά, το αλκοόλ και την ομορφιά του προβληματικού ζευγαριού και του τοπίου που κόβει την ανάσα με την αριστοκρατικότητά του, στο μοντέρνο Ιράν, κάπου στο μονίμως νεφοσκεπές, παραθαλάσσιο βόρειο τμήμα του, οι γυναίκες εξακολουθούν να είναι παγιδευμένες σε μια κοινωνία που τις μεταχειρίζεται σαν παρίες, την ίδια στιγμή που συστηματικά νομοθετεί εναντίον των επιθυμιών τους.

 

Στην «Ιστορία της Ναχίντ», περίπου όπως και στον «Χωρισμό» του Ασγκάρ Φαραντί, η ομώνυμη ηρωίδα (η ίδια δυναμική ηθοποιός, Σαρέχ Μπαγιάτ) παίρνει διαζύγιο από τον τζογαδόρο, ακαμάτη σύζυγό της και κρατάει την επιμέλεια του ζωηρού, έφηβου γιου της με τον αποκλειστικό όρο να μην ξαναπαντρευτεί ποτέ στη ζωή της. Βρίσκοντας ένα παράθυρο στον νόμο, προσπαθεί να επικαλεστεί τον προσωρινό γάμο, αυτόν που καλύπτει τις περιστασιακές σεξουαλικές επαφές και την πολυγαμία (ονομάζεται sighe, αλλά δεν είναι ευρύτερα αποδεκτός), επειδή ερωτεύεται έναν άνδρα, ιδιοκτήτη ξενοδοχείου, και δεν γίνεται να βρίσκεται μαζί του αλλιώς.

 

Η ειρωνεία είναι πως τη σκηνοθεσία υπογράφει γυναίκα, η Ίντα Παναχαντέχ, που βραβεύτηκε στο περασμένο Φεστιβάλ Καννών στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα, όχι με την αίσθηση της οικουμενικής περιπέτειας που αποτύπωνε το δράμα του Φαραντί αλλά με τη διεισδυτικότητα της κοινωνικής παρατήρησης και την αμέριστη συμπάθεια προς τον πολύπαθο γυναικείο χαρακτήρα.