Στρωτό, νατουραλιστικό και σχετικά αναμενόμενο ως προς την εξέλιξη και το σενάριο, το Όταν τελειώσει ο έρωτας εξερευνά την αόρατη ζώνη, μαγική όταν όλα πάνε καλά, γκρίζα όταν χαθεί ο έρωτας και η έλξη που σβήνει σαν γομολάστιχα τα προβλήματα, που μπορεί να εξηγήσει τι συμβαίνει σε ένα ζευγάρι και δεν μπορεί να βρει κοινό τόπο κατανόησης, ούτε καν συνεννόησης. Για τον Μπορίς και τη Μαρί το δυσεπίλυτο άχθος παραμένει το οικιστικό και τα λογιστικά γύρω από το ξέμπλεγμα των οικονομικών του σπιτιού μετά από 15 χρόνια συμβίωσης και δύο κόρες (ποιου είναι το οικόπεδο και ποιος ξόδεψε τα περισσότερα). Το ενδιαφέρον κομμάτι της ταινίας είναι το πώς, μέσα από τους διαλόγους και τη σκηνοθετική παρατήρηση, καταγράφεται η συνεχής μάχη του συναισθήματος/τιμωρού με το common sense και το αυτονόητο, η οργισμένη αντίδραση που δίνει τη θέση της στην πεισματική αντίσταση, που με τη σειρά της υποχωρεί στη λογική – λες και το μυαλό οφείλει να είναι ξεκομμένο από την καρδιά και ορκισμένος εχθρός της. Ακριβείς οι «ανταλλαγές» ανάμεσα στην Μπερενίς Μπεζό και τον Σεντρίκ Καν.