Όταν, όμως, εκείνη δεν μπορεί να αφήσει τις ΗΠΑ λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, o Στιβ βρίσκεται αντιμέτωπος με μια εβδομάδα γευμάτων για έναν, πράγμα που δεν είχε αρχικά κατά νου... Απρόθυμα, ζητά από τον Ρομπ, το μόνο πρόσωπο που μπορεί να σκεφτεί πως θα είναι διαθέσιμος, να τον συντροφεύσει. Έξι γεύματα σε έξι διαφορετικά εστιατόρια, στις περιοχές Lake District, Lancashire και Yorkshire Dales, στα οποία οι Στιβ και Ρομπ αποτελούν το πιο παράξενο ζευγάρι και, εκτός από ότι μοιράζονται και σχολιάζουν μια σειρά από γαστρονομικές απολαύσεις, αστειεύονται και συζητούν για τις δουλειές τους, τις σχέσεις τους και τελικά τις ίδιες τις ζωές τους.

Ο Μάικλ Γουίντερμποτομ αποδεικνύει για μια ακόμη φορά το χαμαιλεοντικό του ταλέντο σε μια ιδιότυπη, ασυνήθιστη, καλοπαιγμένη και πολύ british κωμωδία, με ένα ντουέτο που μέσα από ακατάπαυστο μπλα μπλα ξεδιπλώνεται και αποκαλύπτεται. Τα στάδια αυτής της αποκάλυψης είναι πολλά: από το ξεκίνημα του ταξιδιού φαίνονται τα χούγια τους, ο έξυπνος εγωκεντρισμός του Κούγκαν, ο χαριτωμένος «αυτισμός» του Μπράιντον, ο αυτοσαρκασμός τους ασφαλώς, οι πολλές απογοητεύσεις και οι σύντομες απολαύσεις τους μέσα από το οξύμωρο σχήμα της ανδρο-συντροφικής μοναξιάς.

Αν ήταν πιο γνωστοί ηθοποιοί στον μη Άγγλο θεατή, θα γινόταν και πιο ενδιαφέρον το περίπου αυτοβιογραφικό παιχνίδι της σύγκρισης των χαρακτήρων με την πραγματική τους ζωή. Αυτό που μαθαίνουμε στα σίγουρα είναι η μανία του Μπράιντον να μιμείται (ομολογουμένως καλά, αλλά γιατί τόσο εκτεταμένα;) τον Χόπκινς, τον Μπάρτον και τον Πατσίνο, και το απωθημένο του Κούγκαν να γίνει σταρ στο Χόλιγουντ. Ο δεύτερος είναι σαφώς πιο επιτυχημένος, αλλά η φιλοδοξία του ξεπερνάει τις κατακτήσεις του, και ο πρώτος έχει συμβιβαστεί με την ιδέα πως τουλάχιστον δεν θα πεθάνει μαγκούφης. Μια, επίσης, βρετανική, πίκρα σώζει τη μονοτονία, αλλά η εσωστρέφεια της ταινίας δεν βοηθάει στην κωμική της απογείωση, παρά την πρωτοτυπία του θέματος.