Η διαφορά μιας τίμιας και διασκεδαστικής b movie δράσης από ένα κακό action thriller είναι πως η πρώτη δεν προσποιείται την πανάκριβη περιπέτεια, ενώ το δεύτερο φαίνεται πως άλλα έχει κατά νου και άλλα λέει, σαν να ήθελε να αγοράσει μετάξι και να ντρέπεται να παραδεχθεί πως τα χρήματα έφταναν μόνο για συνθετικό ύφασμα.

 

Η Αποστολή στην Ελλάδα ανήκει, σαφώς, στη δεύτερη κατηγορία: όχι πως ο Ρένι Χάρλιν δεν ξέρει τι κάνει, κάθε άλλο, αφού ο Φινλανδός παίζει στα δάχτυλα τη δράση, από τις μαμούθ στραπατσάδες βίας και καταστροφής του Σταλόνε (Driven, Cliffhanger) και του Μπρους Γουίλις (Πολύ σκληρός για να πεθάνει 2) ως τα ταπεινά θριλεράκια που γυρίζει εσχάτως στην τρίτη πατρίδα του, την Κίνα. Το μέλημά του είναι να δώσει πόνο στις φορτωμένες με ξύλο και σφαίρες σεκάνς, χωρίς να τον νοιάζει ιδιαίτερα η αληθοφάνεια ή μια αίσθηση κομψής πειστικότητας και ρεαλισμού κοινής λογικής.

 

Ο πρωταγωνιστής, ένας πρώην πράκτορας ονόματι Βέιλ, που προτιμά να δουλεύει μπετόν και τούβλα με τη σπάτουλα παρά να πιάνει το όπλο του, δεν λυγίζει από τα πυρά και τις ανελέητες μπουνιές και δεν θέλει με τίποτα να επιστρέψει στην ενεργό δράση, ενώ ο παλιός του συνεργάτης και νυν επικίνδυνος φονιάς, καθότι προδωμένος και ορφανεμένος από την οικογένειά που υπεραγαπούσε, δεν εννοεί να παραμείνει νεκρός, όσο κι αν στα χαρτιά έχει πεθάνει, και πολλοί θα εύχονταν να μην επανέκαμπτε τόσο εκδικητικά και αποτελεσματικά. Όπως τον έγραψε ο Πολ Λίντσεϊ, πρώην πράκτορας του FBI που έγινε συγγραφέας, χρησιμοποίησε το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Νόα Μπόιντ, έβγαλε δύο βιβλία και πέθανε το 2011, ο Βέιλ παραλλάσσει τον γνωστό Τζακ Ρίτσερ και αναπτύσσει την επίσης γνωστή δυσανεξία του στιγματισμένου εκτελεστή που δεν προβιβάστηκε ποτέ λόγω ασυμβίβαστου χαρακτήρα, βρήκε το μπελά του από μια στραβή, ενώ όλη του η καριέρα υπήρξε θεαματικά άσπιλη, και τώρα τραβιέται εκβιαστικά στη ζώνη του πυρός γιατί δεν γίνεται αλλιώς, με κερασάκι την προσωπική βεντέτα και την προβληματική χημεία με το έτερον ήμισυ – η Νίνα Ντόμπρεφ παίζει τη συνεργάτιδα και δένει ελάχιστα με τον Άαρον Έκχαρντ.

 

Αντικαθιστώντας τον Τζέραρντ Μπάτλερ, ο Αμερικανός ηθοποιός δεν είναι κακός σε μια βραχνή πόζα του σκληροτράχηλου χτίστη (είμαστε σίγουροι πως δεν θα πάθει απολύτως τίποτε από τους γιγαντιαίους μπράβους που ρίχνονται στο μάταιο αγώνα εξουδετέρωσής του), αν και ουσιαστικά βηματίζει σε ένα οικείο επιτραπέζιο αναλώσιμων και λύτρωσης, με τη Θεσσαλονίκη να αποτελεί τη μοναδική πρωτοτυπία στο σκηνικό, καθώς εκεί γυρίστηκε η ταινία το 2022 σε παραγωγή της Millenium του Άβι Λέρνερ και των NU Boyana Studios. Αυτό που έχει πλάκα, όπως διαπιστώσαμε και στο Μπέκετ με τον Τζον Ντέιβιντ Γουόσινγκτον, είναι ο τρόπος που τείνουν να βλέπουν τους Έλληνες τα υποπαραρτήματα του Χόλιγουντ όταν αποφασίζουν να γυρίσουν κάτι με φόντο τη χώρα μας: ως ένα έθνος σε αναταραχή, με πνεύμα βαθιά αντιαμερικανικό.