Μόνο ένα απότομο κοντινό στο πρόσωπο της Σάντρα προδίδει ότι ο διάλογός της με τον Ντανιέλ μπορεί να αποτελεί κομμάτι μιας φιλμικής περιοχής, μια σκηνή ταινίας αντί για την πραγματικότητα. Η «αδιάκριτη» κάμερα του Μεξικανού σκηνοθέτη Χόρχε Κουτσί κινείται ανάμεσα στους ηθοποιούς και ενώνεται αξεδιάλυτα με τις συνομιλίες τους στο περιθώριο των γυρισμάτων ενός θρίλερ, όπου οι δυο τους είναι παράνομοι εραστές – την αποκαλεί μητριά και ανυπομονεί να εξαφανιστεί διαπαντός από την εικόνα ο τυχερός πατέρας του. Φίλοι εκτός πλατό, μοιράζονται τη χαρά του όταν ο Ντανιέλ μαθαίνει πως έχει σοβαρές πιθανότητες για ένα επικείμενο remake του κλασικού δράματος του Όρσον Γουέλς Το άγγιγμα του Κακού («πες τους μια καλή κουβέντα και για μένα») και στο ίδιο πνεύμα οικειότητας κάνουν πλάκα όταν ένας βοηθός ρίχνει την ιδέα να κάνουν σεξ στ’ αλήθεια την επόμενη ημέρα. Ο Ντανιέλ λέει πως δεν έχει πρόβλημα και η Σάντρα φαίνεται να παίρνει το ενδεχόμενο ελαφρά, αλλά κατά τη διάρκεια του sex scene το πρόσωπό της αλλοιώνεται από έναν απρόσμενο μορφασμό. Ο σκηνοθέτης τον παρατηρεί και διακόπτει το πλάνο, προτείνει να το επαναλάβουν, η Σάντρα δεν μιλάει, κλείνεται στην κρεβατοκάμαρα με τη βοηθό σκηνοθέτη και τη σκριπτ, τους λέει ότι βιάστηκε και από εκεί και πέρα τίποτε δεν θα είναι το ίδιο.
Εμπνευσμένος από την διαβόητη ιστορία της Μαρία Σνάιντερ που στοιχειώνει ακόμα την κινηματογραφική μυθολογία (φέτος, μάλιστα, το Being Maria με την Αναμαρία Μπαρτολομέι έκανε πρεμιέρα στις Κάννες), ο Κακός Ηθοποιός εξετάζει το υποθετικό σενάριο της διακοπής ενός Τελευταίου τανγκό στο Παρίσι, αν γυριζόταν σήμερα και η ηθοποιός είχε το θάρρος να υποστηρίξει ότι βιάστηκε. Μισό αιώνα πριν, η Σνάιντερ όχι μόνο δεν πήρε χαμπάρι τι έγινε στο γύρισμα αλλά στο περιθώριο της αποκάλυψης βρήκε τον μπελά της και ακυρώθηκε διά του παραγκωνισμού, με τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι να απολογείται δεκαετίες μετά την καλλιτεχνική συνωμοσία με το βούτυρο και τον Μπράντο.
Κοντράροντας τη συχνά επιθετική έκφραση του ΜeΤoo, η διαφορά που έχει η Σάντρα από τις καταγγελτικές κραυγές αγωνίας είναι πως δεν φωνάζει και αυτό είναι το πρώτο που τη ρωτούν όλοι, εκτός από την αποφασιστική Ρεχίνα, απορώντας πώς είναι δυνατό να έχει συμβεί κάτι τόσο σοβαρό και να μην έχει ουρλιάξει αυτόματα. Η απολογητική διάθεση αντιτίθεται στη δυσπιστία και την καχυποψία, ενώ ο Ντανιέλ αρνείται τα πάντα, καλεί δικηγόρο που δείχνει να τον πιστεύει, αν και κάτι στο βλέμμα του προδίδει αγωνία πέρα από την εύλογη ανησυχία του για την καριέρα και τη ζωή με τη σύζυγο και το μωρό τους από δω και πέρα. Οι μετασεισμικές δονήσεις μετά το σοκ της υπέρβασης των λεπτών ορίων που χωρίζουν ένα γύρισμα τόσο σωματικά κοντινό από την απουσία συναίνεσης απεικονίζονται συγκλονιστικά και εξαιρετικά άβολα από τη Φιόνα Παλόμο, η οποία πνίγεται μέσα στον λυγμό της και καταφέρνει να μεταδώσει τη μοναξιά του τραύματος, καθώς πασχίζει να μαζέψει τα κομμάτια της, και της απόγνωσης που δεν εκφράζεται με λόγια. Σαν να εκτυλίσσεται σε πραγματικό χρόνο, ο Κακός Ηθοποιός αναφέρεται, από τον ειρωνικό τίτλο κιόλας, σε έναν τύπο που μπορεί, λες και αυτό έχει σημασία για οποιοδήποτε θύμα, να μην είχε ξανακάνει τίποτε επιλήψιμο στο παρελθόν, αλλά μέσα στον ενθουσιασμό της καλής συγκυρίας και την αλαζονική του φάση πίστεψε πως είναι ανίκητος ακόμα και όταν (παρα)βιάζει. Η ταινία αναγκαστικά θίγει τις επιπτώσεις μιας κακοποιητικής πράξης στα οξυμένα πνεύματα της μάζας και των media, παίζει με την αμφιβολία και την αντίληψη των ηθικών ορίων στο αρχικό στάδιο της διερεύνησης, αλλά σταματά να παίζει με οποιαδήποτε ιδέα ή εντύπωση υποκειμενικότητας όταν πέφτουν οι μάσκες, σε ένα τετ α τετ που βλέπουμε, και κυρίως ακούμε, χωρίς το φίλτρο της αιδούς, την έκκληση για συμπόνια ή την παρεμβολή της, καλής ή κακής υποκριτικής.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0