Τέσσερις μπατίρηδες νεκροθάφτες οργανώνουν την αρπαχτή που θα τους δώσει την ευκαιρία να αλλάξουν τη ζωή τους εγκαταλείποντας το επάγγελμα - που αρχικά ξεκίνησαν ως προσωρινή λύση, αλλά έμειναν σε αυτό μία ζωή. Πραγματοποιούν, με την υπόσχεση μεγάλης αμοιβής, την τελευταία επιθυμία αποθανόντα Έλληνα της αλλοδαπής, και μεταφέρουν το φέρετρό του από την Αθήνα σε κάποιο χωριό της Βοιωτίας, με τα πόδια.
Πραγματοποιώντας αυτή την παράξενη τελευταία επιθυμία, θα εμπλακούν σε μια οδύσσεια που θα μετατραπεί σε ένα απροσδόκητο ταξίδι αυτογνωσίας. Ο Ρένος Χαραλαμπίδης, στην τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του, στήνει ωραία και γρήγορα την ιστορία των αταίριαστων μαυροφόρων που θα αναγκαστούν να συμβιώσουν προσωρινά για χάρη του μετρητού που νομίζουν πως θα αποκτήσουν, και συνεχώς αποκαλύπτει τη ροκ πλευρά του ταξιδιού και των χαρακτήρων τους, σαν μαύρη κωμωδία με ελαφρύ άγγιγμα.
Στη μέση επαναλαμβάνει τα αστεία, κουράζεται και ξεχνάει την ταινία, για να την ξαναβρεί σε ένα φινάλε που φανερώνει την τρυφερότητά του για τα αδιόρθωτα και αυτοκαταστροφικά «κοράκια». Ο Ρένος είναι χαριτωμένος και ασθμαίνων, ο Παναγιωτίδης είναι όσο παραιτημένος χρειάζεται, ο Σπυριδάκης έχει την ατάκα της ταινίας («Άπλα»), ο Ζουγανέλης ευχάριστος αλλά και άνισος, το ντουμπλάζ είναι παραδόξως μπερδεμένο, η σκηνοθετική ματιά βγάζει ιδρώτα καλοκαιρινό και είναι κινηματογραφική, ειδικά στους ανοιχτούς χώρους και σε όσα μοντάζ γίνονται με μουσική, το έργο όμως μοιάζει με μια καλή συνταγή που ξεκίνησε με ενθουσιασμό, αλλά δεν μπόρεσε να δέσει στον ποδαρόδρομο.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0