Βασισμένο σε σενάριο του οραματιστή αναλυτή και στοχαστή που ενέπνευσε τραγούδια όπως το «Street fighting man» των Rolling Stones και το «Power to the people» του Λένον, Ταρίκ Αλί, το ντοκιμαντέρ του Όλιβερ Στόουν δεν είναι ακριβώς το πορτρέτο του Προέδρου της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες, αλλά η καταγραφή της αλλαγής του πολιτικού κλίματος και των γεω-οικονομικών συσχετισμών που συντελούνται εδώ και μια δεκαετία στη Λατινική Αμερική. Κινούμενος από τη σοβαρή αντίθεσή του με την κυβέρνηση Μπους, ο Στόουν βρίσκει σύμμαχους τους Προέδρους των περισσότερων χωρών νοτίως των συνόρων των ΗΠΑ και τους παίρνει συνεντεύξεις, επιμένοντας κυρίως σε πολιτικά ζητήματα, αν και δεν αποφεύγει μερικές ξεκάρφωτες ιδιωτικές σκηνοθεσίες, όπως η στιγμή που βάζει τον Τσάβες να κάνει ποδήλατο και να θυμηθεί την παιδική του ηλικία - προφανώς στην προσπάθειά του να εξανθρωπίσει έναν ηγέτη που τα Δεξιά media στις ΗΠΑ θεωρούν έναν επικίνδυνο κλόουν/τρομοκράτη.

Η διαπίστωση του Αμερικανού σκηνοθέτη φαίνεται λογική και σωστή. Ο άνεμος της αλλαγής προς τους γηγενείς, αριστερίζοντες, και, εν πάση περιπτώσει, με λαϊκό έρεισμα ηγέτες χάλασε την ισορροπία της εισροής των φυσικών πόρων προς τις ΗΠΑ και η συνειδητοποίηση των κατοίκων των κρατών αυτών πως μια παραπάνω από πιθανή ανάμειξη των μυστικών υπηρεσιών στα δεινά που συνέβησαν κατά τη διάρκεια των δικτατοριών (αλλά και μετά) που τους ταλαιπώρησαν επί σειρά ετών τους έπεισε διά της ψήφου πως δεν θα ανεχτούν την εκμετάλλευση πλέον, κάτι που εφάρμοσε με κινηματογραφικό ηρωισμό ο Νέστορ Κίρχνερ στην Αργεντινή. Αν εξαιρέσουμε την ισοπεδωτική γενίκευση που κάνει ο Στόουν στην περίπτωση της αντιμετώπισης των media, το ντοκιμαντέρ του φτάνει στο απαιτούμενο point από έναν μάστορα της προπαγανδιστικής, ημι-μυθοπλαστικής αφήγησης.

Ένας παραπάνω λόγος που κάνει την ταινία ενδιαφέρουσα για τους Έλληνες θεατές είναι η σύγκριση που αναπόφευκτα κάνουμε με τις χώρες που βρέθηκαν ή ακόμη βρίσκονται στην τσιμπίδα του ΔΝΤ. Όσο κι αν θέλουμε να ενεργοποιήσουμε τα ενοχικά, συνωμοσιολογικά μας αντανακλαστικά, ας μην ξεχνάμε πως κράτη όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή και η Βενεζουέλα διαθέτουν πολύ πετρέλαιο και όταν λένε «δεν πληρώνουμε, γιατί δεν έχουμε», στην πραγματικότητα εννοούν πως έχουν, αλλά πρέπει πρώτα να τους αφήσουν να κάνουν αυτοί το κουμάντο τους και μετά να περάσουν να εισπράξουν ό,τι τους αναλογεί (χωρίς τις εξαρτήσεις μιας φτωχής χώρας αποκλειστικά από τους δανειστές της). Αυτά για να εμπνεόμαστε, αλλά να μην παρασυρόμαστε σε αδόκιμες συγκρίσεις και αγωνιστικές ουτοπίες.