Ο Ντάνι Όσεαν (Τζορτζ Κλούνι) προσπάθησε να προειδοποιήσει τον καλό παλιό του φίλο Ρούμπεν για τη συνεργασία που σχεδίαζε με τον επιχειρηματία Γουίλι Μπανκ (Αλ Πατσίνο). Στη δημιουργία του καζίνο-ξενοδοχείου The Bank ο Μπανκ ξεγέλασε τον Ρούμπεν (Έλιοτ Γκουλντ) τη στιγμή που έπρεπε να πέσουν οι τελικές υπογραφές, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να υποστεί καρδιακή προσβολή. Ο Ντάνι αποφασίζει να μαζέψει την παλιοπαρέα των εκλεκτών παλιανθρώπων με πρώτο και καλύτερο τον υπασπιστή του Ράστι (Μπραντ Πιτ), ο οποίος εγκαταλείπει στη μέση μια ληστεία, παρατάει τα λάφυρα και παίρνει το πρώτο αεροπλάνο για το Λας Βέγκας, για να συμπαρασταθεί στον Ρούμπεν και να καταστρώσει τα σχέδια της εκδίκησης. Ο Λάινους Κάλντγουελ (Ματ Ντέιμον) θα υποδυθεί έναν απίθανο τύπο, τον Λένι Πέπεριτζ, θα φορέσει μια εξωφρενική ψεύτικη μεγάλη μύτη και θα προσπαθήσει να σαγηνέψει την εργασιομανή μάνατζερ του ξενοδοχείου και δεξί χέρι του Μπανκ, την αφέντρα αλλά τόσο ευάλωτη Αμπιγκέιλ Σπόντερ (Έλεν Μπάρκιν). Τα δύο αδέλφια Βέρτζιλ και Ταρκ Μαλόι (Κέισι Άφλεκ και Σκοτ Κάαν) θα πειράξουν με επιστημονικό τρόπο τα ζάρια και ο Λίβινγκστον Ντελ (Έντι Τζέιμσον) με τη βοήθεια του θαυματουργού παλιού του φίλου Νόρμαν Νάιγκελ (Έντι Ιζάρντ) τις μηχανές ανακατέματος χαρτιών, ο Φρανκ Κέιτον (Μπέρνι Μακ) θα κάνει τα ταχυδακτυλουργικά του στο χώρο των εγκαινίων έτσι ώστε να κερδίσουν όλοι οι παίχτες στα εγκαίνια, και ο Μπάσερ Ταρ (Ντον Τσιντλ) θα δημιουργήσει ένα τεράστιο τρυπάνι στα έγκατα του ξενοδοχείου για να προκαλέσει τεχνητές σεισμικές δονήσεις. Στόχος είναι να γελοιοποιηθεί ο πονηρός Μπανκ, ο οποίος το μόνο που θέλει είναι να αποκτήσει τα αναμενόμενα 5 διαμάντια για το πρότυπο και λουσάτο κέντρο υπερψυχαγωγίας και τις υπηρεσίες που προσφέρει. Αναπάντεχο ρόλο στη συμμαχία θα διαδραματίσει ο παλιός εχθρός Τέρι Μπένεντικτ (Άντι Γκαρσία), ένας επιχειρηματίας που έχει δοκιμάσει την οργανωμένη επίθεση της συμμορίας στο πετσί του.
Η συνταγή παραμένει ίδια, τα συστατικά επίσης, οι ηθοποιοί μάλλον ομορφαίνουν (εκτός από τον Έλιοτ Γκουλντ και τον Καρλ Ράινερ στο ρόλο του απατεώνα που παίρνει τη θέση του κριτικού ξενοδοχείων) όσο περνούν τα χρόνια, με πρώτο και καλύτερο τον Μπραντ Πιτ, που, ενώ έχει διαφορά μόλις δύο χρόνια από τον Τζοτρζ Κλούνι, φαίνεται γιος του. Αν πιστεύετε πως η Συμμορία των Δώδεκα ήταν μια καλόγουστη αρπαχτή σε σχέση με την απολαυστική Συμμορία των Έντεκα (προσωπικά τη διασκέδασα και δεν βαρέθηκα, λόγω της Κάθριν Ζέτα Τζόουνς και της αλλαγής σκηνικού στο Άμστερνταμ), τότε η Συμμορία των Δεκατριών είναι ο απόλυτα άδικος επίλογος για μια παρέα με ταλέντο, στιλ, ομορφιά, εξυπνάδα και λιτή φωτογένεια. Ακόμη και η χημεία που αναμφισβήτητα έχουν όλοι αυτοί οι έξοχοι κύριοι μεταξύ τους δεν λέει να ξεκινήσει καν στην ταινία αυτή. Το πρώτο μέρος είναι εντελώς βαρετό, με μια αστεία σκηνή όπου ο Μπανκ κοροϊδεύει τον Ρούμπεν Τίσκοφ, και στη συνέχεια τη μακροσκελή συνεύρεση των υπολοίπων, που μιλάνε και κοιτιούνται για να φάνε το χρόνο και να περάσουμε στο δεύτερο μέρος, της δράσης. Εκεί όλα τα γεγονότα περιγράφονται και απεικονίζονται ταυτόχρονα, σαν να πρέπει να αφομοιώσουμε τα ούτως ή άλλως τραβηγμένα κόλπα. Τα μέλη της νεο-rat pack δεν παραλείπουν να εξαπολύσουν σε ήπιες δόσεις το σεξαπίλ και την υποδόρια αίσθηση του χιούμορ που κρύβουν κάτω από το μανίκι τους και κάνουν εσωτερική πλάκα για τα χρόνια που κύλησαν στο μεταξύ (κλαίνε μπροστά στην τηλεόραση που δείχνει το σόου της Όπρα, μιλάνε για τα παιδιά που οφείλει να κάνει ο Ράστι, με δεδομένο το πρόσφατο τσούρμο που απέκτησε ο Μπραντ Πιτ). Όμως κινούνται τόσο βαριεστημένα στο χώρο, σαν να εκλιπαρούν για λίγο σενάριο παραπάνω, μια στάλα πρωτοτυπίας και ανατροπής. Επιπλέον δεν υπάρχει ζουμερή γυναικεία παρουσία, αφού η Έλεν Μπάρκιν παίζει σε άλλο ταμπλό, πιο corporate και διεκπεραιωτικό. Ακόμη κι ο Αλ Πατσίνο δεν βρίσκει ευκαιρία να υπερπαίξει, καθώς θεωρητικά βρίσκεται στο κατάλληλο έδαφος να κάνει πάρτι με τον καροτομάλλη χαρακτήρα που του ανατέθηκε. Η «Συμμορία των Έντεκα» ξετίναξε τη μέγκα μπάνκα με στιλ, κέφι και την απαραίτητη νωχέλεια που κληρονόμησε από την κουλ συμπεριφορά του Σινάτρα και των ομοίων του. Εδώ, ο ol' blue eyes αναφέρεται στην αρχή, όταν ο Τίσκοφ λέει στον Μπανκ πως δεν είναι σωστή η απάτη για δύο ανθρώπων που κάποτε έσφιξαν αμφότεροι το χέρι του Σινάτρα, και εκείνος του απαντάει: Screw Sinatra's hand! Το χέρι του Φρανκι θα τους είχε μουτζώσει, αν κουνιόταν ακόμη.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0