Η ταινία ξεκινάει εκεί που τελείωσε το τελευταίο επεισόδιο, δηλαδή με τον γάμο του Βινς, που ωστόσο διαλύεται σε χρόνο-ρεκόρ και η κουστωδία τον συναντά σε ένα γιοτ στην Ίμπιζα, στην αρχή μιας νέας εποχής, ίδιας με την προηγούμενη: εύκολες γκόμενες, αυτοσχέδια πάρτι, όλων των λογιών τα ναρκωτικά, γρήγορα αμάξια και πανάκριβα σπίτια. Το αξίωμα «ό,τι βρέξει ας κατεβάσει» παραμένει, καθώς οι φίλοι εξακολουθούν να μην έχουν σαφές πρόγραμμα στην καθημερινότητά τους, όταν δεν έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις, ακολουθώντας τις καταστάσεις που προκύπτουν ανά πάσα στιγμή. Η τυχαιότητα της πλοκής βοηθούσε τη σειρά να ξεκολλά κατά βούληση από οποιοδήποτε κώλυμα και να σαλπάρει στην αμέσως επόμενη φάση, ανεξαρτήτως σοβαρότητας, σαν να επρόκειτο για κατεπείγουσα ομαδική αποστολή σωτηρίας, και ισχύει και στην ταινία, δίνοντάς μας την εντύπωση πως αν δεν μένουν στο ίδιο σπίτι, τουλάχιστον συναντιούνται κάθε μέρα για να τα πουν, σαν να ετοιμάζονται να πάνε στο λύκειο ή τελικά να κάνουν κοπάνα. Έτσι, είτε ο ένας εγκαταλείφθηκε από την γκόμενά του ξαφνικά είτε ο άλλος αποφασίζει να κάνει μια αιφνιδιαστική γιορτούλα, τα φιλαράκια λένε «ναι» χωρίς να το πολυσκεφτούν. Στο φιλμ που σκηνοθέτησε ο δημιουργός της σειράς, Νταγκ Έλιν, τα πράγματα σοβαρεύουν όταν ο Βίνσεντ δέχεται πρόταση από τον Άρι Γκολντ, τον μάνατζερ που τον ανακάλυψε από το πουθενά και που πλέον διοικεί ένα στούντιο, να παίξει σε μια υπερπαραγωγή με θέμα τον μύθο του Τζέκιλ και Χάιντ, αντιπροτείνοντάς του να μη δεχτεί αμοιβή ως ηθοποιός, με τον απαράβατο όρο να τη σκηνοθετήσει. Εκατό εκατομμύρια ακούγονται και είναι πολλά για να τα διαχειριστεί ένας άπειρος και κακομαθημένος νεαρός και οι Τεξανοί επενδυτές (ο γελαδάρης Μπίλι Μπομπ Θόρντον και ο άσχετος γιος του, ο Χέιλι Τζόελ Όσμεντ) ανησυχούν και παρεμβαίνουν δραστικά, προκαλώντας την εκρηκτική αντίδραση του Άρι Γκολντ. Ο Έλιν οργώνει το Λος Άντζελες με γρήγορα πλάνα και συνεχείς εναλλαγές σε οικεία σκηνικά της κινηματογραφικής καρδιάς της πόλης, οργανώνοντας τα σημεία της ταινίας με ένα σαφή σκοπό: να καταδείξει την αιμομικτική σχέση των μελών μιας κοινότητας που εν τέλει ανακυκλώνεται για δουλειές και δημόσιες σχέσεις, μιλώντας βασικά για πρότζεκτ. Στο Ρlayer, ο Ρόμπερτ Όλτμαν είχε εκτελέσει το μισητό του Χόλιγουντ με το συνηθισμένο, αποστασιοποιημένο, σαρδόνιο φλέγμα, απεικονίζοντάς το ως μήτρα κακού που αποτελείται από λιπαρούς παίχτες και υποχθόνιους υπαλλήλους. Η Κουστωδία είναι μια ελαφριά εκδοχή της επιφάνειας, μια βιντεοκλιπίστικη αυτοπαρωδία της βιομηχανίας του σινεμά, ιδωμένη από την πλευρά τηλεοπτικών μεταναστών. Πάμπολλοι «παίχτες», από τον Λίαμ Νίσον και τον Κέλσι Γκράμερ ως τον ζάπλουτο Γουόρεν Μπάφετ, εμφανίζονται προβληματισμένοι ή απλώς οργισμένοι, κομπάρσοι στο ίδιο τους το νοικοκυριό, καλεσμένοι σε μια νέα τάξη πραγμάτων, αφού το Χόλιγουντ πλέον δεν βασίζεται στην εγγενή στόφα των ανθρώπων του σινεμά αλλά στους νεότουρκους που προέρχονται από τον κάποτε υποβαθμισμένο χώρο της τηλεόρασης – ας μην ξεχνάμε πως το Entourage είναι παραγωγή της εταιρείας που ξεκίνησε να διαφημίζεται με τη φράση «δεν είναι τηλεόραση, είναι HBO». Σε μια ανάγνωση πέραν της σχηματικής πλοκής και των όχι και τόσο αδρά σκιτσαρισμένων χαρακτήρων (που αποτελούν μια παραλλαγή της πάλαι ποτέ μίνι συμμορίας του Λιονάρντο ντι Κάπριο αλλά και του πιο gangsta Μαρκ Γουόλμπεργκ, ο οποίος είναι παραγωγός του όλου concept από την αρχή, προμηθεύοντάς το με δικά του βιώματα), η Κουστωδία είναι μια οξυδερκέστατη σάτιρα του Χόλιγουντ και της λαμπερής του ασχήμιας, της έλλειψης ουσίας, ειλικρίνειας και αλήθειας, ποντάροντας στην αφελή ένωση αγοριών που είναι πιο έξυπνα απ' όσο φαίνονται και πιο συνειδητοποιημένα στον υλισμό που απολαμβάνουν σαν να είναι το καινούργιο παιχνίδι τους. Τα πλάνα δεν διαρκούν ποτέ παραπάνω απ' όσο μπορεί να αντέξει μια νεότερη γενιά θεατών, απλώς διότι δεν υπάρχει λόγος να επιμείνει κάποιος σε διαλόγους και πνευματικές ανταλλαγές ανθρώπων που, και να γνωρίζουν το σπορ, δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για κάτι βαθύτερο από μια επωφελή συναλλαγή. Ο Τζέρεμι Πίβεν, βραβευμένος με 3 Emmy και μία Χρυσή Σφαίρα για τον ρόλο του μισάνθρωπου υβριστή ιμπρεσάριου Άρι Γκολντ, είναι και εδώ καταπληκτικός, ένας χαρακτήρας-κλειδί για το τι σημαίνει να ντιλάρεις με νιάναρα και καρχαρίες, απολαυστικός και κωμικός, όσο κι αν μοιάζει με άβαταρ αληθινού ανθρώπου.
atman
μην το δείτε. Ειναι οτι χειροτερο και σχεδον εμετικο εχω δει εδω και χρονια. Μονο απο τηλεταινια ελληνικης τηλεορασης μπορουσα να περιμενω τετοιο αποτελεσμα, αλλά ιδου.
Αναφορά
| Μόνιμος σύνδεσμος |
- Facebook
- Twitter
- E-mail
1