Ο Ζαν, ένας νεαρός που δουλεύει για την Εμιλί, είναι κρυφά ερωτευμένος μαζί της, αλλά η παθολογική συστολή του τον εμποδίζει να δείξει τα αισθήματά του. Τελικά, αποφασίζει ν’ ανοίξει την καρδιά του μ’ ένα παθιασμένο, ανώνυμο γράμμα. Αδιάφορη για το περιεχόμενό του και ανήσυχη για την κατάσταση της μητέρας της, η Εμιλί συλλαμβάνει ένα τρελό σχέδιο: ν’ αλλάξει το όνομα του αποδέκτη και να το στείλει στη Μάντι. Βαθιά συγκινημένη από την όμορφη ερωτική εξομολόγηση, η Μάντι ξαναβρίσκει την όρεξη για ζωή και αρχίζει να ψάχνει καθημερινά το γραμματοκιβώτιό της. Μόνο που τώρα, η Εμιλί όχι μόνο πρέπει να την προμηθεύσει και με άλλα γράμματα, αλλά να βρει και κάποιον που θα τα γράψει.

Όπως και στο Κορίτσι για σπίτι του ιδίου σκηνοθέτη, η Οντρέ Τοτού (με τατού-τριαντάφυλλο στον κύκνειο σβέρκο της) ξεκινάει ως αντιπαθής και σπαστικιά, για να μαλακώσει στη συνέχεια, χωρίς ωστόσο να διασκεδάσει πλήρως την απορία τού γιατί ένας τόσο γλυκός και αξιολάτρευτος τύπος (τον υποδύεται ο γλυκός κι αξιολάτρευτος Σαμί Μπουαζιλά) επιμένει τόσο πολύ σε μια γυναίκα νευρική, απότομη και μάλλον άχαρη. Μυστήριος ο έρωτας, σύμφωνοι, αλλά μια Όντρεϊ Χέπμπορν, για παράδειγμα (την αναφέρω λόγω κοινού ονόματος και παρόμοιας κοψιάς), θα είχε «πληροφορήσει» από την αρχή τον χαρακτήρα με μια εύθραυστη ποιότητα και θα είχε τροχίσει σημαντικά τις αιχμές, έτσι ώστε η εμμονή του ευγενούς ιππότη να μην είναι τελείως αδικαιολόγητη και ξεκρέμαστη.

Ο Ρενέ Σαλβαντορί σίγουρα γνωρίζει την επιμειξία της γαλλικής αισθηματικής κομεντί με το αμερικανικό μαγικό αεράκι, αλλά αντίθετα με το εξυπνότερο και πιο δουλεμένο Κορίτσι για σπίτι, το Γλυκό Ψέμα (μια παραλλαγή Σιρανό με ενέσεις Νάνσι Μέγιερς) είναι απλώς ευχάριστο και ρομαντικό, αν και ανώδυνο, με σχηματικούς δευτερεύοντες χαρακτήρες κι ένα βεβιασμένο φινάλε.