Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη, αλλά σε δύσκολους καιρούς, αναρωτιέται ο Χρήστος Νίκου στο Fingernails, την αγγλόφωνη, σε παραγωγή Κέιτ Μπλάνσετ, δεύτερη σκηνοθετική του απόπειρα μετά το υπέροχο ντεμπούτο του με τα Μήλα, μαζί με τους πρωταγωνιστές του, την αφοσιωμένη Άννα (Τζέσι Μπάκλεϊ) και τον ευαίσθητο Αμίρ (Ριζ Αχμέντ), που εργάζονται στο Ινστιτούτο Αγάπης του ιδεαλιστή Ντάνκαν (Γουίλσον) και καθοδηγούν ζευγάρια μέχρι την τελική και πιο δύσκολη δοκιμασία της απόδειξης της έλξης της, δηλαδή στο να ξεριζώσουν ένα νύχι τους και να το σκανάρουν, για να διαπιστώσουν, μέσω του πορίσματος ενός παλιομοδίτικου ηλεκτρονικού υπολογιστή, αν όντως ταιριάζουν ή όχι!

 

Μια «προειδοποίηση» πριν από τους τίτλους αρχής πως οι πρώτες ενδείξεις ανεπαρκούς καρδιακής λειτουργίας εμφανίζονται στα νύχια του ανθρώπου τοποθετεί την ταινία σε ένα άχρονο και δυστοπικό σύμπαν αισθηματικής επιστημονικής φαντασίας, περίπου στο πλαίσιο του λανθιμικού και φιλιππικού Αστακού, όχι όμως και στο ίδιο πνεύμα, αφού το Fingernails εξερευνά τη ρομαντική πλευρά της ατόφιας ερωτικής επαφής, αγγίζοντας τις ποιητικές εκφάνσεις ενός ζευγαριού που καλείται να ξεπεράσει συναισθηματικούς δισταγμούς, διατεταγμένους περιορισμούς και μια φωτογενή, πολύ αξιοπρόσεχτη αίσθηση αιδούς που μεγεθύνεται από τα εξαιρετικής εκφραστικότητας και ερμηνευτικής δεινότητας πρόσωπα της Μπάκλεϊ και του Αχμέντ όταν έρχονται κοντά και κυρίως όποτε αποφεύγουν να «καρφωθούν» από το αμοιβαίο ενδιαφέρον που τρέφουν ο ένας για τον άλλο.

 

Η Άννα συζεί με τον Ράιαν (Τζέρεμι Άλαν Γουάιτ, υποψήφιος για Emmy για το τηλεοπτικό «The Bear»), έναν καθόλα ok, πλην όμως βαρετό τύπο που δειγματοληπτικά ταιριάζει απόλυτα μαζί του, και ο Αμίρ λέει πως έχει σύντροφο, αν και φαίνεται πως κρύβει ένα βαρύ μυστικό και σίγουρα δεν διάγει ευχάριστο ή ανέφελο βίο. Επιλέγοντας, όπως και στα Μήλα, ένα συμβολικό εύρημα για να αναπτύξει έναν μικρόκοσμο μελαγχολίας και να στοχαστεί πάνω στην ανθρώπινη τρυφερότητα σε μια εχθρική, αναίσθητη κοινωνία, παραμένοντας νηφάλιος απέναντι στην ανατριχιαστική φύση του κυριολεκτικού «ξενυχιάσματος», ο Νίκου, μαζί με τους σεναριογράφους Σταύρο Ράπτη και Σαμ Στάινερ, δείχνει αβίαστα, για μία ακόμη φορά, τις ικανότητές του στη σταδιακή, βαθιά προσέγγιση των χαρακτήρων, ενσωματώνοντας οργανικά το ιδιάζον του τέχνασμα, αν και αφήνει στο δραματικό πεπρωμένο της ταινίας τις πολλαπλές συνέπειες που θα μπορούσε να έχει στους απομονωμένους χαρακτήρες που την κατοικούν.