Μια μεγάλη απογοήτευση. Ο Κόπολα περίμενε 10 χρόνια για να θέσει τα αιώνια ερωτήματα για την ύπαρξη του χρόνου. Το ίδιο έκανε με το Δράκουλα και τον Τζακ, τις τελευταίες του ταινίες, αν εξαιρέσουμε το Βροχοποιό, που έμοιαζε και μάλλον ήταν ένα βιοποριστικό διάλειμμα. Αυτήν τη φορά εμπνέεται από τη νουβέλα του Ρουμανο-αμερικάνου Μιρσέα Ελιάντε και παραγεμίζει με πλοκή ένα φιλοσοφικό και αρκετά κρυπτικό πόνημα, που βρίθει λογοτεχνικών και άλλων αναφορών. Ειδικά όταν ο αυτοκτονικός 70χρονος γλωσσολόγος που πλήττεται από κεραυνό και αντί να πεθάνει, αντιστρέφει τη διαδικασία της φυσικής φθοράς, βγάζει καινούργια δόντια, βλέπει τα άσπρα του μαλλιά να αποκτούν το πρότερό τους χρώμα και το δέρμα του να ξανανιώνει, αποτελεί επιτακτικό δέλεαρ για τους Ναζί και τα πειράματά τους αλλά και τους Αμερικανούς κατάσκοπους για ευνόητους λόγους, νόμιζα πως βλέπω απόσπασμα από τον Ιντιάνα Τζόουνς και τις ψευδο-επιστημονικές, εξωπραγματικές του περιπέτειες. Διότι ο Κόπολα μπορεί να κολυμπάει σε θάλασσες περισπούδαστων θεμάτων, δεν έχει χάσει ωστόσο την αίσθηση της κινηματογράφησης και το εξαίσιο κινηματογραφικό του γούστο - η φωτογραφία, τα σκηνικά και η μουσική αριστεύουν.
Όπως και στο Δράκουλα, η ιδέα της αιωνιότητας και της αχρονικότητας συνδέονται με την επιστροφή στη χαμένη αγάπη της νιότης μέσω μιας νέας γυναίκας που μοιάζει με τον παλιό έρωτα (υπάρχει ένα τάκλιν εδώ). Ο Κόπολα καταφεύγει σε τρικ και καταλήγει σε ένα συνονθύλευμα μεταφυσικών εννοιών (οι σωσίες, οι άγγελοι, οι άγνωστες γλώσσες) και αφηγηματικών πλατειασμών, για να πει τι; Μάλλον πως ένας 70χρονος σκηνοθέτης, όπως και ο συνομήλικός του επιστήμονας της ταινίας, δεν έχει προλάβει να ολοκληρώσει το έργο του και ψάχνει στοιχειωμένος τις απαντήσεις στη σφαίρα του φανταστικού, με τα όπλα και το ταλέντο που διαθέτει, ελπίζοντας στο θαύμα ή στην τύχη.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0