Ο πρωταγωνιστής της ταινίας Το Σκάφανδρο και Η Πεταλούδα, Ματιέ Αμαλρίκ, σκηνοθέτης ήδη δυο ταινιών και βοηθός σε πολλές ακόμη, εδώ υποδύεται τον μάνατζερ ενός θιάσου από σιτεμένες καμπαρετζούδες. Προσπαθεί να κλείσει δουλειές, ενώ στην πορεία ανακαλύπτουμε πως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει προκύπτουν από την αφερέγγυα συμπεριφορά του στο παρελθόν. Υπήρξε ισχυρός παραγωγός στην τηλεόραση (που πλέον μισεί και αποκηρύσσει μετά βδελυγμίας), αλλά κλότσησε την ευκαιρία και γκρέμισε τις γέφυρες με τις παλιές του επιτυχίες. Οι άνθρωποι που κάποτε τον εμπιστεύονταν τώρα δεν θέλουν να τον ξέρουν. Ακόμη και με την οικογένειά του διατηρεί μια σχέση ασαφή και αμφίβολης σταθερότητας: αγαπά τα παιδιά του, αλλά δεν τηρεί τις υποσχέσεις του, τα συναντά και περνά καλά μαζί τους, αλλά μοιάζει να καταδιώκεται από μια ασυνέχεια.

Έχουμε ξαναδεί τον χαρακτήρα αυτόν, το αυτοκαταστροφικό ρεμάλι με την παρακμάζουσα γοητεία, που όσο αναγκάζεται να παρακαλέσει, τόσο αφηνιάζει στην ιδέα πως θα δουν στο πρόσωπό του την απελπισία. Αντί να ντραπεί και να μαλακώσει, γίνεται περισσότερο επιθετικός. Ωστόσο, είναι αντικειμενικά απελπισμένος. Κλέβει καραμελίτσες από τις ρεσεψιόν των δεύτερων ξενοδοχείων όπου καταλύει με το μπουλούκι του και συχνότατα μοιάζει με κατατρεγμένο ζητιάνο, μια εικόνα που μετά βίας δεν αφήνει να επηρεάσει την ψυχολογία των κοριτσιών του. Η επαφή του με τις πρωταγωνίστριες είναι το ζουμί του έργου. Μια ζωή στον δρόμο, εκείνος κι εκείνες φτιάχνουν έναν λυπητερό χορό σε τεντωμένο σχοινί. Σε παράλληλο χρόνο, βλέπουμε τη μάχη του μάνατζερ να επιβιώσει πείθοντας και το χρυσό κλουβί στο οποίο πεταρίζουν οι αρτίστες. Το είδος και των δυο, αν δεν πεθαίνει, σίγουρα μαραζώνει, σαν τη μουσειακή απόλαυση που προσφέρει το αναχρονιστικό μπουρλέσκ.

Ο Αμαλρίκ ρίχνει σκληρό φως πάνω στα πρόσωπα και τις ανάγκες του, υπονοώντας πως ακόμη και οι αποτυχημένοι showmen διεκδικούν τον σεβασμό από το κοινό και τον επαγγελματικό τους χώρο. Είναι δίκαιος με τις ρωγμές του μακιγιάζ που αφήνει να διαφανούν, όπως ακριβώς δείχνει τις αντιπαθείς αδυναμίες του μάνατζερ. Στο βάθος της ταινίας, τα γηρατειά παραμονεύουν αδηφάγα στην άκρη της σκηνής ή στη γωνία του δρόμου και μόνο οι παραστάσεις λειτουργούν ως ανακουφιστικοί σταθμοί μιας αέναης περιοδείας. Ο Ζορζ Μπρακ είχε πει πως «η πραγματικότητα αποκαλύπτεται μόνο αν φωτιστεί με μια αχτίδα ποίησης». Αλλιώς, μιλάμε για άψυχα, άσχημα πρόσωπα. Ο Αμαλρίκ πολλές φορές μπαίνει στην ψυχή των γυναικών του και βρίσκει ποίηση στην τομή του ανθρώπινου δράματος με το ελαφρύ θέαμα.