Όταν η βασίλισσα Ελισάβετ φτάνει στο σημείο να γίνεται μέλος της διεθνούς κοινότητας μέσω του Facebook, τότε δεν φαίνεται καθόλου περίεργο το λογύδριο του παππού της, βασιλιά Γεώργιου του 5ου, στην ταινία ο Λόγος του βασιλιά, ο οποίος παροτρύνει τον γιο του να εξοικειωθεί γρήγορα με αυτήν τη νέα εφεύρεση, το ραδιόφωνο, ακριβώς για να φτάσει στον υπήκοο. «Γίναμε ηθοποιοί!», αναφωνεί με εμφανή αηδία, κατανοώντας πως η ηγεμονική δραστηριότητα προϋποθέτει ένα παιχνίδι πέραν της διπλωματίας - πειστικές γνώσεις υποκριτικής. Το πρόβλημα του γιου του είναι ο έντονος τραυλισμός, μια σημαντική αδυναμία που τον έχει κάνει να παραλύσει από τρόμο όποτε χρειάζεται, εκτός της άνεσης που του παρέχει η γυναίκα του, να εκφραστεί δημοσίως και ειδικά μπροστά στον δεσποτικό, σκληρό πατέρα του, έναν ηγεμόνα ανυπόμονο, γεμάτο αυτοπεποίθηση και παλιομοδίτικες ιδέες περί ανατροφής και διακυβέρνησης. Κανείς, ωστόσο, δεν μπορεί να τον συναγωνιστεί σε αρχηγικές ικανότητες.
Ούτε ο πρωτότοκος, ο οποίος χαριεντίζεται με τη δις διαζευγμένη και, φευ, Αμερικανίδα εκ Βαλτιμόρης, Ουόλις Σίμπσον, ούτε βέβαια ο δεύτερος στη σειρά του θρόνου Άλμπερτ, γνωστός στον οικογενειακό κύκλο ως Μπέρτι. Παρακάμπτοντας το πρωτόκολλο, η επιτήδεια σύζυγός του (η γνωστή κορακοζώητη βασιλομήτωρ που απεβίωσε σχετικά πρόσφατα, την οποία υποδύεται με γούστο η Έλενα Μπόναμ Κάρτερ) βρίσκει έναν λογοθεραπευτή όταν όλες οι προηγούμενες συμβατικές θεραπείες δεν αποδίδουν. Είναι Αυστραλός, πεισματάρης, ένας αποτυχημένος ηθοποιός που αναλαμβάνει τον Μπέρτι με τους δικούς του όρους. Τον κουράρει στο σπίτι του και χρησιμοποιεί ανορθόδοξες μεθόδους. Αρχικά ανόρεχτος στην ιδέα, απογοητευμένος και τελείως αρνητικός στην ψυχαναλυτική εξομολόγηση σε έναν άγνωστο και κοινό πολίτη, ο πρίγκιπας δέχεται να πάρει κάποια μαθήματα όταν βλέπει ότι ίσως υπάρχει ελπίδα.
Οι πρώτες ενδείξεις εξελίσσονται γρήγορα σε ορατή βελτίωση και το ηθικό του αναπτερώνεται: επιτέλους, μπορεί να αντιμετωπίσει μέρος των προβλημάτων χωρίς να κρύβεται, να κοιτάξει στα μάτια τους άνδρες της οικογένειας χωρίς να αμύνεται με ηττοπάθεια. Και όλα αυτά, μετά από μια σειρά από τεχνικές χαλάρωσης των μυών του προσώπου και ελέγχου του διαφράγματος, όπως ακριβώς κάνουν και οι ηθοποιοί. Αυτό είναι και το δευτερεύον, αλλά σημαντικό θέμα της ταινίας που έχει κερδίσει το κοινό των Φεστιβάλ του Λονδίνου και του Τορόντο, έχοντας ήδη βάλει πλώρη για τα μεγάλα βραβεία της σεζόν που τελειώνει. Για να είσαι ηγέτης, πρέπει να πείθεις, να ξεπερνάς την αγωνία της σκηνής, να χρησιμοποιείς με αποτελεσματικότητα τα new media για να κερδίσεις το κοινό που σε κρίνει αρχικά και πολλές φορές τελεσίδικα για την όψη και όχι για την κόψη του λόγου σου.
Όταν ωθήθηκε να αναλάβει τα ηνία της Αγγλίας, απρόθυμος και εξαιρετικά διστακτικός στην προοπτική πως θα γίνει ρεζίλι για μια δουλειά που ηθικά και δεοντολογικά δεν συμβάδιζε με το πεπρωμένο του (πάντα πίστευε πως ήταν μόνο ένας αξιωματικός του Ναυτικού), ο Άλμπερτ δεν μπορούσε να αποφύγει το κόμπιασμα όταν έφτανε στη λέξη βασιλιάς, γιατί δεν διανοούνταν ότι θα του προσφερόταν ποτέ ο ρόλος αυτός - γιατί περί ρόλου πρόκειται. Ως και ψευδώνυμο δέχθηκε να υιοθετήσει, το Γεώργιος ο 6ος, καθώς ο Τσόρτσιλ τον συμβούλεψε να ξεχάσει το Άλμπερτ επειδή, στα πρόθυρα της γερμανικής επίθεσης, θα ακουγόταν εχθρικό και ξενικό. Άνθρωπος που μεγάλωσε στη σκιά του πατέρα του και φοβόταν κυριολεκτικά τη σκιά του, ο Μπέρτι, απέκτησε έναν πολύτιμο φίλο στο πρόσωπο του Λάιονελ Λογκ.
Το έργο είναι θεατρικό και γράφτηκε βασικά για να υποστηριχτεί από τη διελκυστίνδα των δυο κεντρικών χαρακτήρων. Και είναι αμφότεροι τόσο δυνατοί, που διαγράφεται το μαλθακό τρίτο μέρος της ταινίας, όταν μετά την αποκάλυψη της πραγματικής ιδιότητας του Λογκ λίγο πριν την ενθρόνιση στο Αβαείο του Γουεστμίνστερ, τα γεγονότα υπερισχύουν του δράματος. Η σχέση του Άλμπερτ με τον Λογκ είναι εκκεντρική, παράτυπη και συναρπαστική. Τα απωθημένα τους συναντώνται στην περφόρμανς: ο μέλλων βασιλιάς απελευθερώνεται όταν βρίσκει έναν έμπιστο εξομολόγο, ανθίζει ως ηθοποιός όταν ξεχνάει πως πρέπει να υποδυθεί τον άνδρα, τον πατέρα που οφείλει να πει ιστορίες στα παιδιά του, τον γιο που ο πατέρας υποχρέωσε να μιλάει όταν δεν του ήταν εύκολο και να γίνει δεξιόχειρας, αν και γεννήθηκε ζερβός.
Ο Λογκ είναι στα καλύτερά του όταν στήνει την τεχνική, όταν εκμαιεύει τις φράσεις σκηνοθετώντας, ενώ είναι ανεπαρκής και παιδαριώδης ηθοποιός όποτε πρέπει ο ίδιος να «παίξει». Ο Τζέφρι Ρας στον ρόλο του Λογκ δεν πέφτει κάτω από τις προσδοκίες - είναι υπέροχος, αλλά έχουμε ξαναδεί τα υπέροχα κόλπα του. Ο σκηνοθέτης Τομ Χούπερ, που προέρχεται από την τηλεόραση, δεν είναι απλώς ένας σκηνοθέτης ηθοποιών. Αρκεί να το διαπιστώσουμε από τη συγκλονιστική πρώτη σκηνή, όταν ο Άλμπερτ σκαλώνει στον εναρκτήριο λόγο του σε ένα στάδιο γεμάτο κόσμο, όπου ακούγονται οι ανάσες, ένα χλιμίντρισμα και ο απόκοσμος ρόγχος του.
Ωστόσο, η ταινία ανήκει στον μεγάλο ηθοποιό Κόλιν Φερθ, σε έναν once in a lifetime χαρακτήρα που προφανώς θα του χαρίσει το Όσκαρ - πήρε ήδη το Βραβείο των Κριτικών της Νέας Υόρκης. Εμφανίζεται σαν πληγωμένο ζώο, συνεχίζει σαν φοβισμένο μέλος μια πολύπλοκης οικογένειας (με βαρύ το σύνδρομο του παιδιού που περισσεύει στην εξίσωση της ευθύνης) και αποκαλύπτει έναν βαθιά τραυματισμένο άνθρωπο, ο λόγος του οποίου βρίσκεται παγιδευμένος στο μυαλό του, προκαλώντας εκρήξεις οργής στον τρυφερό χαρακτήρα του. Προνομιούχος αλλά όχι μεγαλωμένος στα πούπουλα, κέρδισε τη θέση που του επιφύλαξαν οι περιστάσεις με υπέρβαση και σθένος.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
1