ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΔΩΡΗ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟ

 

Γνωρίσαμε τον Ισπανό σκηνοθέτη Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα ουσιαστικά το 2002 με το βραβευμένο μελαγχολικό Mondays in the Sun και τον Χαβιέρ Μπαρδέμ σε μία από τις πιο μεστές, χαμηλόφωνες ερμηνείες του σε έναν ανήσυχο χαρακτήρα. Στο Μια Υπέροχη Μέρα, που έκανε πρεμιέρα στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών στις Κάννες το 2015, συνεργάζεται με έναν ακόμη σπουδαίο ισπανόφωνο ηθοποιό, τον Μπενίσιο ντελ Τόρο, στην πρώτη αγγλόφωνη και πιο φιλόδοξη ταινία του μέχρι σήμερα: ο πήχης δεν τίθεται ψηλά λόγω του διεθνούς καστ, που συμπληρώνεται, εκτός από τον Πορτορικανό Ντελ Τόρο, από τον Αμερικανό Τιμ Ρόμπινς, τη Ρωσίδα Όλγκα Κουριλένκο, τη Γαλλίδα Μελανί Τιερί και τον Βόσνιο Φέτζα Στούκαν (άλλωστε η πλοκή δικαιολογεί την πολυεθνικότητα), αλλά από το ανακάτεμα των genres: ο δραματικός πυρήνας εκτυλίσσεται στον δρόμο, μέσα σε 24 ώρες, διαποτίζεται συχνότατα με χιούμορ και, γενικότερα, τοποθετείται στο πλαίσιο μιας πολεμικής ταινίας, καθώς η δράση ορίζεται χρονικά κατά την τριετία 1992-1995, στον φονικό πόλεμο της Βοσνίας – αν και η ταινία προτιμά τον γενικόλογο τίτλο Κάπου στα Βαλκάνια... Ο σκληροτράχηλος Μαμπρού του Ντελ Τόρο ηγείται μιας ομάδας εθελοντών βοηθείας οι οποίοι πασχίζουν να βγάλουν άκρη ξεκινώντας με τη σισύφεια προσπάθειά τους να ανασύρουν ένα πτώμα από πηγάδι και συνεχίζουν με αυτοσχέδιες παρεμβάσεις, συμβολίζοντας, με σεναριακή αναγωγή του μερικού στο σύνολο, το ανέφικτο της έξωθεν πολιτικής σωτηρίας μιας ακόμη μη κυβερνητικής οργάνωσης σε μια τόσο πολύπλοκη κατάσταση που έλκει την καταγωγή της από συσσωρευμένες ιστορικο-πολιτιστικό-εδαφικές διαφορές. Ο Αρανόα παραμελεί τις γυναίκες στην ταινία, δίνοντας πατήματα στους πρωταγωνιστές του, ωστόσο η ενέργεια και η κίνηση μέσα από τις πλάκες και τα απρόοπτα, την ποθούμενη χημεία και τη διασταύρωση των ετερογενών χαρακτήρων, δεν αναδεικνύουν αυτό το συλλογικό πορτρέτο του παραλογισμού, όσο κι αν ο δανεικός από το κλασικό τραγούδι του Λου Ριντ τίτλος υποδηλώνει την ειρωνεία της ουτοπίας.