Η Αντέλα εγκαταλείπει τη μικρή πόλη του Νότου με το μωρό της για μια διαφορετική ζωή στη Μαδρίτη. Παρ' όλες τις δυσκολίες που παρουσιάζονται με μια τέτοια αλλαγή, η Αντέλα βρίσκει δουλειά και κάνει νέες φιλίες. Μένει με τον Κάρλος και την Ινές που ψάχνουν για συγκάτοικο. Περνάνε όμορφες στιγμές οι τρεις τους. Συχνά ο Κάρλος και η Ινές σκέφτονται πόσο μόνη θα πρέπει να νιώθει η Αντέλα μεγαλώνοντας το παιδί της χωρίς κάποιον δίπλα της.
Η Αντόνια, μητέρα της Ινές, έχει ένα μικρό σουπερμάρκετ. Είναι ευτυχισμένη με τη δουλειά της, τον φίλο της και τις τρεις κόρες της. Η ευτυχία τους θ' αρχίσει να καταρρέει όταν θα κληθούν ν' αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα υγείας και οικονομικών. Η Αντέλα συνεχίζει τη ζωή της χωρίς τον Πέδρο, που ούτως ή άλλως ποτέ δεν βοήθησε ιδιαιτέρως στα οικονομικά. Αλλά μια τρομοκρατική επίθεση θα ταράξει τη ζωή της. Θα πρέπει να βρει τη δύναμη να ξαναγυρίσει στη ρουτίνα της καθημερινότητας, κάτι που αποδεικνύεται δύσκολο, καθώς φορτίζεται με αγωνία και επιφύλαξη στην ήδη προβληματική της διαβίωση.
Πάνω απ' όλα, η ταινία αποτελεί έναν ελεγειακό στοχασμό στην αστική μοναξιά: ξεκινάει με ένα βουκολικό τοπίο με αγελάδες, το χωριό που η Αντέλα άφησε πίσω της, και μαζί με αυτή την πράξη έθαψε τους δεσμούς της με το παρελθόν και την οικογένειά της. Όχι πως γινόταν κάτι συναρπαστικό στην ιδιαίτερη πατρίδα της, αλλά το πέπλο της παθητικότητας τη σκέπασε ολοκληρωτικά στη Μαδρίτη, στις βόλτες και τις διαδρομές της, στις μικρές κουβέντες και τις σποραδικές εντάσεις που σπάνε τη μονοτονία. Ήττα με αξιοπρέπεια, ένα ταξίδι στην αφύσικη προσαρμογή, μια οικογένεια που υπνοβατεί ανάμεσα στις ανάγκες και τις επιθυμίες.
Ο Χαϊμέ Ροζάλες, που με αυτή την ταινία κέρδισε τα σημαντικότερα βραβεία Goya το 2007, χρησιμοποίησε το σύστημα polyvision, που χωρίζει την οθόνη σε δυο ίσα μέρη σε cinemascope μορφή, «έτσι ώστε να δημιουργήσει έναν ομογενή κώδικα φορμαρισμένο με κανόνες και να προσφέρει ένα σύστημα αντίληψης διαφορετικό από το συνηθισμένο», όπως εξηγεί το δελτίο Τύπου. Ειλικρινά πιστεύω πως δεν χρειαζόταν. Επιπροσθέτως, αντί να εμποδίσει την παρεμβολή του σκηνοθέτη στα συναισθήματα, προβάλλει ένα τεχνικό εύρημα στο 30% της ταινίας και αποπροσανατολίζει την ούτως ή άλλως αντικειμενική θεώρηση των χαρακτήρων. Το τρικ της μη εμπλοκής γίνεται ένα μικρό θέαμα σε μια χαμηλόφωνη ταινία που λειτουργεί με στέρεο σενάριο και λίγα, σταθερά αλλά περιεκτικά πλάνα.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0