Οι κινηματογραφικές φάρσες του Φρανσίς Βεμπέρ δεν υπήρξαν μόνο μεγάλα σουξέ του ευρωπαϊκού σινεμά αλλά τροφοδότησαν και το αμερικανικό με ουκ ολίγα ριμέικ που σημείωσαν μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία. Ο Κούκλος με τον Πιέρ Ρισάρ έγινε ευρύτερα γνωστός χάρη στη μεταγραφή του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με τον Ρίτσαρντ Ντόνερ πίσω από τον φακό και τον Ρίτσαρντ Πράιορ μπροστά, μια ταινία που στοίχειωσε τον προγραμματισμό των εγχώριων ιδιωτικών καναλιών. Ως κωμωδία δεν συγκαταλέγεται στις καλύτερες στιγμές του Βεμπέρ, το concept της όμως είναι ακαταμάχητο, με έναν προφανή αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα που χτυπά λαϊκή φλέβα. Κακομαθημένο πλουσιόπαιδο πληροφορείται από τον αδιάφορο πατέρα του ότι μπορεί να πάρει όποιο παιχνίδι θέλει από πολυκατάστημα και διαλέγει έναν… εργαζόμενο.

 

Αν και οι παραγωγοί της ταινίας πρόσθεσαν το «nouveau» δίπλα στο «jouet», ουσιαστικά τίποτα καινούργιο δεν έχει να κομίσει αυτό το γαλλόφωνο ριμέικ της ταινίας, πέρα από μια αλλαγή προσώπων, έναν εκσυγχρονισμό των γκάτζετ, άντε και μια λίγο πιο συμπαθητική φιγούρα πατέρα σε σχέση με προηγούμενες εκδοχές – εδώ τον υποδύεται ο Ντανιέλ Οτέιγ. Για ακόμα μια φορά ο Κούκλος διδάσκει στον πιτσιρικά τη φιλία και την κατανόηση, στον πατέρα την εξανθρωπισμένη επιχειρηματικότητα, φτιάχνει και τη σχέση μεταξύ τους και στέλνει τους θεατές σπίτι τους με χαμόγελο στα χείλη, έστω κι αν δεν τους έκανε ποτέ να ξεκαρδιστούν στο μεταξύ.