Μια παμπάλαια βεντέτα ανάμεσα σε δύο χαμηλής κλάσης ποδοσφαιρικές ομάδες σε ένα χωριό της Σαρδηνίας εντείνεται σταδιακά και σε αντίστροφη μέτρηση, με την έλευση ενός προικισμένου, αλλά έκπτωτου διαιτητή που θα διευθύνει το ντέρμπι που θα κρίνει τα πάντα, όπως όλα τα ντέρμπι που σέβονται την ιστορία τους.

 

Η τοπική μαφία, ο τυφλός προπονητής της μιας ομάδας, ένας ταλαντούχος μπαλαδόρος που ήρθε από την Αργεντινή και φλερτάρει με την κόρη του προπονητή, ο βίαιος πρόεδρος της άλλης ομάδας, τα ζώα και οι χωριανοί μπλέκονται σε μια στυλιζαρισμένη κωμωδία, γυρισμένη σε χτυπητό ασπρόμαυρο και με αποπροσανατολιστική έμφαση στο περιεχόμενο και το ύφος της.

 

Οι διάσπαρτες ωραίες εικόνες και κάποιες αστείες ιδέες επαναλαμβάνονται χωρίς λόγο και από ένα σημείο κι έπειτα η ιδέα μιας αγροτικής τραγωδίας ως αλληγορία της καταγγελίας της κοινωνικής διαφθοράς που δεν έχει λύση παύει να ισχύει ως εύρημα και το αφήγημα μένει μετέωρο, σαν τις ατελείωτες λήψεις από κάθε πιθανή γωνία μέσα στο σκονισμένο γήπεδο.