Αναλαμβάνοντας τα ηνία μετά την αποχώρηση του Τζέι Τζέι Έϊμπρααμς για τις επίσης διαπλανητικές περιπέτειες του Star Wars, ο Τζάστιν Λιν, γνωστός και μη εξαιρετέος από την ουσιαστική αναβάθμιση που κατάφερε σε τέσσερα Fast and Furious, ξυπνάει όποτε το σενάριο απαιτεί δράση και υπνοβατεί στον βασικό κορμό του τρίτου Star Trek, που διαδραματίζεται βασικά σε έναν εχθρικό πλανήτη και κινείται γύρω από μια παγίδα, έναν πλανεμένο εκδικητή και, τι άλλο, την επικείμενη καταστροφή του κόσμου. Το απαρασάλευτο αξίωμα του πνευματικού/ψυχαγωγικού παιδιού του Τζιν Ρόντεμπερι, όπως μας υπενθυμίζει παραδοσιακά η στιβαρή φωνή στο φινάλε, η εξερεύνηση νέων κόσμων στο τελευταίο σύνορο του σύμπαντος, δεν τηρείται ακριβώς στο Beyond, καθώς η περιοχή που καλύπτει ο Λιν είναι χαρτογραφημένη, κινηματογραφικά οικεία και λίγο ως πολύ γνώριμη από το παρελθόν της μακρόβιας σειράς. Οι φιλοσοφικοί («ο φόβος του θανάτου μας βοηθά να ζήσουμε»), ηρωικοί («καλύτερα να πεθάνω σώζοντας ζωές, παρά να ζήσω αφαιρώντας τις») και τεχνικοί («να ακολουθήσουμε την ελικοδίνη για να μπούμε στον κεντρικό θάλαμο») σταρτρεκισμοί πλαισιώνουν αναμασήματα στα διλήμματα, τις αμφιβολίες, τις αρετές και τις αδυναμίες των βασικών πρωταγωνιστών, χωρίς εκπλήξεις και πρωτοτυπία. Με δεδομένο ότι ο Λιν είναι σκηνοθέτης που ιστορικά γνωρίζει πώς να διατηρεί ένα franchise στα νερά του και να μπουστάρει τα κυβικά του, θεαματική αλλαγή στο Star Trek δεν προβλέπεται σύντομα, ειδικά αν αυτό εδώ το επεισόδιο έχει, κατά τους Βουλκάνιους, «ευημερία και μακροζωία».