Η ιδέα συσπείρωσης των μεγαλύτερων υπερηρώων της Μάρβελ σε μία και μόνη ταινία, με κοινό θεματικό άξονα, ακούγεται τρελή στα χαρτιά και γελοία στη θεωρία. Διότι ελάχιστα κοινά έχουν όλοι αυτοί, καθώς το ύφος διαφέρει σημαντικά - το ίδιο και η καταγωγή τους, και κυρίως ο κόσμος στον οποίο κινούνται. Ακόμα κι αν η απειλή είναι σοβαρή και όλοι καλούνται να σώσουν τη Γη, τι δουλειά έχει ο Θορ με το σφυρί να κατεβεί από τον μυθολογικό του πλανήτη και να μπλέξει με μια εξωγήινη παράνοια που εκτυλίσσεται πάνω στη Γη; Το κόλπο βρέθηκε και λειτουργεί μια χαρά: ο Λόκι, ο εκδιωχθείς κομπλεξικός αδελφός του Θορ, μεγαλομανής και πολύ στενοχωρημένος, έχει αποκτήσει με δόλιο τρόπο το τρομερό όπλο και με την ενέργεια του Υπερκύβου μεγιστοποιεί την ήδη μεγάλη του δύναμη και συστήνει ένα στρατό τεράτων, που κατηφορίζει σε ορδές από τον ουρανό προς τη Νέα Υόρκη. Συνεπώς, ο Θορ έχει κάθε λόγο ν’ ανησυχεί σοβαρά και να επιθυμεί διακαώς να συνετίσει τον αδελφό και να τον μαζέψει πριν κάνει ρεζίλι την ευγενή, σκανδιναβικής προέλευσης, ημίθεη ράτσα τους. Το γενικό αφεντικό της επιχείρησης, ο μονόφθαλμος Νικ Φιούρι, είναι πονηρός και μαζεύει τους Δυνατούς χωρίς να έχει αποκαλύψει όλα του τα χαρτιά (πιέζεται με άνωθεν εντολές και ακολουθεί μια βραδυφλεγή στρατηγική). Γνωρίζοντας τις αδυναμίες και τις αρετές όλων των εμπλεκομένων, περιμένει τη στιγμή που θα φιλοτιμηθούν να ενωθούν αλληλέγγυοι, ξεπερνώντας τους εγωισμούς και τα ντιβιλίκια. Η σκηνή που η ταινία βγάζει νόημα είναι η συνάντηση του Iron Man με τον Θορ. Όταν ο Θορ τον ρωτάει κάτι σε άψογη, αρχαΐζουσα προφορά, ο Iron Man τον ειρωνεύεται με το συνηθισμένο επιτιμητικό του τρόπο, λέγοντάς του πως είναι σαν να βλέπει Shakespeare in the Park, εννοώντας τους ερασιτέχνες που παίζουν σε υπαίθριες παραστάσεις. Το χιούμορ είναι το κλειδί και ο Τζος Γουέντον ξορκίζει τη βαρύτητα με μια ευπρόσδεκτη πλάκα, χωρίς να υπονομεύει το σύνολο, στρογγυλεύοντας το άνισο υλικό που πραγματεύεται. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ό,τι συμβαίνει στους Εκδικητές ανήκει στη σφαίρα του φαντασιακού κόμικ και η λογική της ταινίας οφείλει να συμμορφωθεί στη συγκεκριμένη σύμβαση. Μετά από έναν πολύ προσεκτικό, και όπως αποδείχτηκε εξαιρετικά προσοδοφόρο υπολογισμό ετών στην εισαγωγή όλων των ηρώων με διαφορετικές ταινίες, η στιγμή της συνάντησής τους είναι ευτυχής και εξόχως διασκεδαστική. Ο Τζος Γουέντον, λάτρης και γνώστης του είδους, δεν δίστασε να σπαταλήσει πολύτιμο χρόνο, αναπτύσσοντας τους χαρακτήρες με πολλή κουβέντα και διαλόγους που φανερώνουν ποιοι πραγματικά είναι και, κυρίως, ποια είναι τα δυσεπίλυτα θέματα που συνιστούν και τον αχίλλειο τένοντα του καθενός (η ύβρις του Iron Man, η βιασύνη του Captain America, τα ανεξέλεγκτα νεύρα του Hulk, η αλαζονεία του Θορ, το σκοτεινό παρελθόν της Νατάσα Ρομανόφ), πάντα κάτω από την ομπρέλα της ανδρείας και του ουμανισμού. Ο Γουέντον παρέλαβε ροκ σταρ που φέρονται σαν κακομαθημένες ντίβες και τους πάντρεψε με άξονα την αχαλίνωτη περιπέτεια και την κωμωδία που διευκολύνει τον θεατή. Απ’ όσα έχω δει στο είδος, αυτό, είναι μακράν το καλύτερο.