Ο αυταρχικός ιμπρεσάριος Μπόρις Λερμοντόφ του ομώνυμου θιάσου απαιτεί από τους συνεργάτες του απόλυτη αφοσίωση στην τέχνη τους αλλά και σε αυτόν τον ίδιο. Κάτω από αυτή την αυστηρή καθοδήγηση, η νεαρή αριστοκρατικής καταγωγής μπαλαρίνα Βίκυ Πέιτζ βρίσκεται με την πρώτη της μόλις πρωταγωνιστική εμφάνιση να γνωρίζει τεράστια επιτυχία. Χορεύει τον κεντρικό ρόλο στην παράσταση -μεταφορά του παραμυθιού του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν Τα κόκκινα παπούτσια, με την οποία τα Μπαλέτα Λερμοντόφ κάνουν μια εξαιρετικά επιτυχημένη πρεμιέρα στο Μόντε Κάρλο. Υπό τη μέθη της επιτυχίας και του ειδυλλιακού τοπίου, η Βίκυ ερωτεύεται τον Τζούλιαν, τον νεαρό συνθέτη της μουσικής στα Κόκκινα Παπούτσια. Όταν ο Λερμοντόφ πληροφορείται τη σχέση των δύο νέων, εξοργίζεται και τους απομακρύνει από τον θίασο, ματαιώνοντας όλες τις παραστάσεις . Η Βίκυ με τον Τζούλιαν επιστρέφουν στο Λονδίνο όπου παντρεύονται και ο Τζούλιαν συνεχίζει να ασχολείται με επιτυχία με τη σύνθεση, αντλώντας έμπνευση από τον έρωτά τους. Όμως, η καριέρα της Βίκυ δεν θα έχει ανάλογη συνέχεια. Με τον καιρό αισθάνεται όλο και περισσότερο διχασμένη ανάμεσα στους όρους που της έχει θέσει ο Λερμοντόφ για να τη δεχτεί πάλι κοντά του και στον έρωτά της για τον Τζούλιαν.
Τεχνίτες που επηρέασαν όλους τους μεγάλους σύγχρονους Αμερικανούς σκηνοθέτες, ο Βρετανός Πάουελ και ο Ούγγρος Πρεσμπέργκερ (που ωστόσο είχε ιδιαίτερο ταλέντο στη χρήση της αγγλικής γλώσσας), γνωστοί και ως Τοξότες (Archers), κάνουν μια εκπληκτική αλληγορία της φαουστικής ανταλλαγής της Τέχνης με τον Έρωτα. Τα Κόκκινα Παπούτσια δεν είναι η πρόφαση για ένα μπαλέτο, αλλά ένα έξοχα και εντελώς κινηματογραφικά φιλμαρισμένο μπαλέτο που συνέθεσε ο Μπράιαν Ίσντεϊλ για μια μεγάλη σεκάνς της ταινίας, που αποτελεί την πρόφαση και κυρίως το επίκεντρο για έναν πολλαπλό έρωτα: ο ιμπρεσάριος είναι ερωτευμένος με το εγώ του, την αισθητική ως Υψηλή Ιδέα, την αφοσίωση στην Τέχνη, την τελειότητα. Η Βίκυ είναι ερωτευμένη με την προσοχή που της δείχνουν, τον Τζούλιαν και, χωρίς να το υποψιάζεται, με τον Χορό. Ο Τζούλιαν είναι ερωτευμένος με την Έμπνευση: η μούσα τον επισκέπτεται όταν η αγάπη του για μια γυναίκα πυροδοτεί το ταλέντο του.
Όλες οι πτυχές καταγράφονται, από τη ρομαντική αθωότητα μέχρι την ηφαιστειώδη οργή του Λερμοντόφ, ενός χαρακτήρα που φωτογραφίζει τον Ντιαγκίλεφ, δημιουργό των Ρώσικων Μπαλέτων και μέντορα/καταστροφέα του Νιζίνσκι. Φυσικά, είναι και ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας, ειδικά όπως τον ενσαρκώνει ο τρομερός Άντον Γουόλμπροκ. Ακόμη κι αν όλα αυτά τα υπαινικτικά και θεωρητικά είναι αρκετά, δεν πιάνουν μπάζα μπροστά στην εκρηκτική φαντασμαγορία της ταινίας, την πρωτόγνωρη και έκτοτε ανεπανάληπτη παλέτα χρωμάτων (και συναισθημάτων) που ξόρκισε τη μιζέρια και τον θάνατο του πολέμου που μόλις είχε τελειώσει - ο Κάρντιφ στη διεύθυνση φωτογραφίας. Η ταινία είναι ένα από τα θαύματα που δεν ξέρει κανείς πώς γίνονται και που ο θεατής τα νιώθει μόνο όταν τα δει. Ο Πάουελ πάντα ήλπιζε σε μια μαγεία στις ταινίες που γύριζε με τον συν-οραματιστή του. Εδώ τα κατάφερε χωρίς αμφιβολία. Αλλά και ο Μαύρος Νάρκισσος; Και ο Πλιμπ; Δεν είναι αριστουργήματα;
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0