Στο 10 Μέρες χωρίς τη Μαμά γίνεται ακριβώς αυτό: η μητέρα 4 παιδιών, ηλικίας από 2 ως 14 ετών, μπαφιάζει και φεύγει για τις διακοπές που στερήθηκε από τότε που γέννησε το πρώτο της παιδί, αφήνοντας τον πατέρα και σύζυγο, που ζηλεύει, όπως λέει, την εύκολη «δουλειά» της, να νταντέψει, να φροντίσει και να τα βγάλει πέρα, τη στιγμή που εκείνος στρεσάρεται για να πάρει την πολυπόθητη προαγωγή ‒ ειρωνεία, είναι διευθυντής στη διεύθυνση προσωπικού μιας εταιρείας.

 

Το σχήμα είναι κλασικό και δεν κρύβει κάποια πρωτοτυπία στην εξέλιξη του. Η καθημερινότητα και οι αυξημένες υποχρεώσεις θα οδηγήσουν σε κλιμάκωση του απόλυτου χάους στο φινάλε (έτσι, αναδρομικά, ξεκινά η ταινία) και στο ενδιάμεσο θα εκτυλιχθούν σκηνές, άλλοτε πειστικές άλλοτε τετριμμένες μιας οικογενειακής κομεντί που το κοινό εκτίμησε δεόντως, όπως δείχνουν τα εισιτήρια, και οι κριτικοί της Αργεντινής επαίνεσαν ιδιαιτέρως βασιζόμενοι στον ευαίσθητο χειρισμό της Αριέλ Βονογκράντ (Sin Hijos), προφανώς γιατί στη χώρα αυτή, όπως και στις περισσότερες λατινογενείς χώρες, περισσεύουν οι χονδροειδείς κωμωδίες και σπανίζουν τα σενάρια με χαρακτήρες.