Η ταινία αυτή είναι παραγνωρισμένη στο έργο του Βισκόντι, γιατί κατά κάποιον τρόπο στριμώχνεται ανάμεσα στην πρώτη, πιο νεορεαλιστική περίοδο, και τη γνωστή φάση της καταγραφής της ξεπεσμένης αριστοκρατίας μέσα από επικές ιστορίες. Η Μπελίσιμα ανήκει τύποις στο μεγάλο ρεύμα του νεορεαλισμού (στον Βισκόντι χρεώνεται το πρώτο δείγμα αυτής της σχολής, το Ossessione, αν και ο Ροσελίνι θεωρείται ο σημαιοφόρος με το Roma, Citta Aperta, δυο χρόνια αργότερα), αλλά χειρίζεται το θέμα της Ιταλιάνας μάνας που προβάλλει τις καταπιεσμένες, θαμπωμένες φιλοδοξίες της στην χαριτωμένη πιτσιρίκα με την αναγκαία ελαφράδα, ρίχνοντας μια κωμική ματιά στην καθημερινή μιζέρια. Συνδυάζει θαυμαστά τη Μανιάνι, έναν ανεμοστρόβιλο φυσικότητας και εκφραστικότητας, με την κοινωνική ανησυχία μιας γενιάς που αναζητούσε την καλύτερη τύχη σε ένα νεόκοπο σύστημα ψυχαγωγίας (κάτι που επισκέφθηκε με στοχασμό και υπερβολή ο Τορνατόρε στονΆνθρωπο των Αστεριών) που φάνταζε ανοιχτό και δημοκρατικό αλλά και τόσο ξένο στη νοοτροπία ενός λαού ορμητικού, αισιόδοξου, αφελούς και τσακισμένου από την ήττα στον πρόσφατο πόλεμο.

Η ταινία, παραγωγή του 1951, είναι εκπληκτικά γυρισμένη σε ένα ασπρόμαυρο γεμάτο αντιθέσεις και αψάδα, με μουσικές και κόσμο που φωνάζει και χειρονομεί και μπαινοβγαίνει ασταμάτητα, σαν τη ζωή που φυτρώνει εκεί που δεν τη σπέρνει κανείς, ιδωμένη από το γεμάτο συμπάθεια και καλλιέργεια βλέμμα του Βισκόντι. Κι επειδή, μέσα στις αναποδιές και το τρεχαλητό, η Μανιάνι βρίσκει τη σπάνια ευκαιρία να γελάσει και να μεταδώσει τη μοναδική της ενέργεια, είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς πόσο ασυνήθιστα, βαθιά, αδρά όμορφη γυναίκα υπήρξε - με τον ίδιο τρόπο που ο χρόνος έχει δικαιώσει τις παράταιρες καλλονές που η εποχή τους αποδοκίμαζε, σύμφωνα με τα κλασικά κριτήρια: τη Χέμπορν, την Ντέιβις, ακόμη και την Γκάρμπο και την Παξινού. Τίποτε δεν είναι τυχαίο...