Ευχάριστο κι αναπάντεχο εμπόδιο στη διαδρομή του είναι η πιπεράτη Αντζέλικα από το σκοτεινό, μάλλον ερωτικό του παρελθόν, μια πειρατίνα με σπανιόλικη καταγωγή, που υποδύεται… τον Τζακ Σπάροου. Το ταξίδι είναι μακρύ και περιπετειώδες, καθώς το ελιξίριο της ζωής διεκδικούν οι Ισπανοί κατακτητές, ο Μπαρμπόσα, που δουλεύει (προσωρινά) για το βρετανικό στέμμα, ο Σπάροου φυσικά κι η Αντζελίνα που σαλπάρει με το πλοίο του Μαυρογένη, ενός πειρατή που όλοι φοβούνται για τη σκληρότητά του και τις υπερφυσικές του δυνάμεις - παίζει με τις κούκλες, και δεν εννοούμε τις παιδικές, αλλά αυτές της μαύρης μαγείας (βουντού, βουντού).

Οι αλλαγές στο τέταρτο μέρος της ιλιγγιωδώς εμπορικής σειράς είναι η προσθήκη της Πενέλοπε Κρουθ στον ρόλο της Αντζέλικα, του Ίαν ΜακΣέιν ως Μαυρογένη και μιας σειράς από γοργόνες (ξεχωρίζει η εύθραυστα όμορφη Αστρίντ Μπερζέ Φριζμπέ, νικήτρια του τρόπαιου Chopard στις Κάννες) στην πιο κινητική κι απειλητική σεκάνς της ταινίας. Απουσιάζουν ο Ορλάντο Μπλουμ κι η Κίρα Νάιτλι, ενώ στη θέση του Γκορ Βερμπίνσκι προσελήφθη ο Ρομπ Μάρσαλ, σκηνοθέτης του Σικάγο και του Nine. Επίσης, απουσιάζει ένας ευπρόσδεκτος σουρεαλισμός, όπως ο «παραισθησιογόνος» Σπάροου πολλαπλασιασμένος στο μυαλό του, που βοηθάει την ταινία να ξεκολλήσει από το τετράγωνο concept της. Διότι εδώ, περισσότερο από τις προηγούμενες, φαίνεται πως οι τέταρτοι Πειρατές οφείλουν να μοιάζουν με το αντίστοιχο θεματικό πάρκο της Ντίσνεϊλαντ. Τα νερά δηλώνονται ως άγνωστα, αλλά με την επανάληψη δεν είναι και τελείως αχαρτογράφητα. Η αίσθηση του déjà vu είναι χαρακτηριστική κι ισοπεδωτική. Ο Ρομπ Μάρσαλ είναι εκπαιδευμένος χορογράφος με κινηματογραφικές ιδέες, αλλά φτιάχνει ταινίες όπως οι παλιοί μάστορες στο Χόλιγουντ, που αφήνονταν στα έμπειρα χέρια των σκηνογράφων, των οπερατέρ και των ενδυματολόγων τους. Η τακτική αυτή δεν είναι απαραίτητα κακή, αλλά στομώνει περισσότερο μια παραγωγή που έχει ξαναμαγειρευτεί με τα ίδια υλικά και πρέπει να εξυπηρετήσει τον σκοπό της. Η ειρωνεία είναι πως ο Μάρσαλ αντικατέστησε τον Βερμπίνσκι γιατί η πλοκή, με τον στρατό από τα καβούρια για παράδειγμα, ξεμάκραινε από το λιμάνι της και το κόστος ανέβαινε επικίνδυνα για μια εταιρεία που θέλει πάντα να βγάζει το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος. Ο μόνος σίγουρος στη σειρά είναι ο Τζόνι Ντεπ. Όποια καινοτομία επιχείρησε ο Τζόνι Ντεπ στο πρώτο μέρος, πονοκεφαλιάζοντας ανησυχητικά τους παραγωγούς και ξαφνιάζοντας ευχάριστα τον κόσμο που συνέρευσε να δει το φιλμ, πλέον έχει εξαντληθεί. Με παχύ eyeliner, κοτσιδάκια και χάντρες στα μούσια και την κλασική στολή του τσιρκολάνου, ο Ντεπ δίνει ανάσες, αναχαιτίζοντας τα κλισέ κι υπονομεύοντας περιστασιακά τη ροή, αλλά είναι σαν να προσπαθεί να μπλοκάρει με το στήθος του ένα θωρηκτό που σαρώνει, χωρίς να στρίβει έξυπνα ή να ανεμίζει χαριτωμένα.

Οι υπόλοιπες ενέσεις μοιάζουν με ημίμετρα. Η Κρουθ δεν ενώνεται χημικά με τον Ντεπ, ούτε στο μίσος ούτε και στην αγάπη που κάποτε τούς έφερε κοντά - πιο πειστική ήταν η υπόνοια μιας σχέσης που δεν έγινε ποτέ με τη Νάιτλι. Ο Ίαν ΜακΣέιν, παρά την παγωμένη εκφορά του απειλητικού του λόγου και την επιβλητική του εμφάνιση, δεν ολοκληρώνει ποτέ αυτά που υπόσχεται, ενώ ο Τζέφρι Ρας τα έδωσε όλα ως Μπαρμπόσα στα προηγούμενα επεισόδια. Το τρισδιάστατο λειτουργεί σε ελάχιστες σκηνές - έβγαλα τα ειδικά γυαλιά κατά διαστήματα και δεν παρατήρησα σχεδόν καμία διαφορά, παρά μόνο την αύξηση της φωτεινότητας.

Στην αρχή της ταινίας εμφανίζεται σε παράδοξο cameo η Τζούντι Ντεντς, όταν προσγειώνεται στην αγκαλιά της ο Σπάροου. Με τρεις διαφορετικές εκφραστικές αντιδράσεις δείχνει την κλάση της. Λίγο αργότερα, ο Σπάροου συναντά τον πατέρα του, τον Κιθ Ρίτσαρντς των Stones, και μετά από σύντομη συνομιλία τον ρωτά αν έχει βρει την πηγή της νιότης: «Σου μοιάζει αυτό για πρόσωπο που έχει βρει την πηγή της αιώνιας νιότης;», απαντά ο Ρίτσαρντς, δείχνοντας με τον παραμορφωμένο από την αρθρίτιδα δείκτη του τη διαβόητα τσαλακωμένη φάτσα του. Κι ο Σπάροου ανταπαντά: «Εξαρτάται από τον φωτισμό!». Μακάρι η ταινία να διέθετε πιο πολλές παρόμοιες τρελοσκηνές. Ο κωμικός παραλογισμός θα έσωζε αυτή την κινηματογραφική επιχείρηση από το πλατάγισμα της ανίας.