Στην εναρκτήρια σκηνή του Lingui, μια τριαντάχρονη γυναίκα, η Αμίνα, εργάζεται σκληρά με μουσική υπόκρουση ένα μπλουζ τραγούδι ως σύγχρονη σκλάβα της πόλης για να κατασκευάσει συρμάτινα σκεύη από πεταμένα λάστιχα αυτοκινήτων και στη συνέχεια να τα πουλήσει για μικρά φουρνάκια. Η εικόνα της να περιφέρεται σαν ανθρώπινη παγόδα στους δρόμους της πρωτεύουσας του Τσαντ, ζαλωμένη με την πραμάτεια της, είναι η πιο χαρακτηριστική από τα πολλά ποιητικά ενσταντανέ που ωστόσο δεν επηρεάζουν καθόλου τη δύναμη της ρεαλιστικής ιστορίας τρυφερής και πρακτικής συνωμοτικότητας επιβίωσης που αφηγείται ο Μαχαμάτ Σαλέχ Χαρούν. Η μουσουλμάνα Αμίνα έχει να αντιμετωπίσει ένα πολύ υπαρκτό και επείγον πρόβλημα: η δεκαπεντάχρονη κόρη της Μαρία (που δεν της αρέσει καθόλου να την αποκαλεί με το χαϊδευτικό της Μαμίνα) έμεινε έγκυος, έχει αποβληθεί από το σχολείο της, διότι βλάπτει την εικόνα του, εξοστρακιστεί από τις κοσμικές παρέες που την κουτσομπολεύουν κάτω από την επίφαση της νεανικής φιλικότητας και απομονωθεί σε ένα δίλημμα δυσεπίλυτο, καθώς η έκτρωση τιμωρείται ποινικά και ηθικά σε μια θεοκρατική, ανδροκρατούμενη κοινωνία, ακόμη κι αν έχει πέσει, όπως αποκαλύπτεται στη συνέχεια, θύμα βιασμού. Η κάμερα του Ματιέ Τζιομπινί ζουμάρει στο απελπισμένο, υπέροχα εκφραστικό πρόσωπο της Ατσουάχ Αμπακάρ Σουλεϊμάν. Ενσαρκώνει μια υπερήφανη γυναίκα που αντιστέκεται στις έμμεσες προτάσεις για συζυγική υποδούλωση, έχοντας εφεύρει, για τα μάτια του κόσμου, τον θάνατο του άνδρα που την είχε αφήσει έγκυο στην κόρη της, περίπου στην ίδια ηλικία με εκείνην, και στη συνέχεια την εγκατέλειψε, και αγωνιά για το πώς θα συγκεντρώσει το υπέρογκο ποσόν που απαιτείται για τη μερική αποκατάσταση της αξιοπρέπειας της Μαρία ‒ ένα παρόμοιο πρόβλημα έθιξε το πρόσφατο, βραβευμένο το Φεστιβάλ Βενετίας L’ Événement, στη Γαλλία των ’60s όμως. Με δεδομένη την παντελή έλλειψη κινηματογραφικής παιδείας και υποδομής σε μια χώρα που δεν διαθέτει καν επαγγελματίες ηθοποιούς, είναι αξιοθαύμαστη η οπτική ευαισθησία και ο ηχητικός σχεδιασμός του Lingui, που στην τοπική γλώσσα σημαίνει ακριβώς τους δεσμούς αίματος που ενώνουν τη μάνα με την κόρη, αλλά και τις γυναίκες του Τσαντ, κάτι που βλέπουμε και στην εξαιρετική σκηνή όπου η αδελφή της Αμίνα τις προσφέρει τα κοσμήματα που φορά, χωρίς να κρίνει ή να ρωτήσει λεπτομέρειες.