O πράκτορας 0SS 117 ήταν ένας λογοτεχνικός κατάσκοπος που, σε αντίθεση με αυτό που πιστεύει πολύς κόσμος, προηγήθηκε του ήρωα του Φλέμινγκ. Τα βιβλία οδήγησαν σε μια σειρά ταινιών ξεχασμένη σήμερα, μα επιτυχημένη στην εποχή της, κατά κύριο λόγο στις γαλλόφωνες περιοχές της Γηραιάς Ηπείρου.

 

Στα μέσα των ’00s o Mισέλ Χαζαναβίσιους, λίγα χρόνια πριν γίνει οσκαρικός σκηνοθέτης, αποφάσισε να αναβιώσει τις κινηματογραφικές περιπέτειες του χαρακτήρα, αυτήν τη φορά με έντονη αυτοπαρωδική διάθεση. Τόσο η πρώτη όσο και η δεύτερη ταινία κινήθηκαν καλά στα ταμεία κι έτσι ακολούθησε μια τρίτη, αυτήν τη φορά με σκηνοθέτη τον ανερχόμενο Νικολά Μπεντός της φήμης του γλυκύτατου «Ραντεβού στο Μπελ Επόκ».

 

Στη νέα του περιπέτεια ο OSS 117 αναλαμβάνει να αποτρέψει ένα πραξικόπημα στην Αφρική. Πέραν της όποιας δυσκολίας της αποστολής, ο ήρωας περνά κρίση ηλικίας, η οποία εντείνεται από την αναγκαστική σύμπραξή του με τον νεότερο πράκτορα OSS 1001 – oι τριψήφιες κωδικές ονομασίες πρακτόρων εξαντλήθηκαν στην υπηρεσία. Η αρτιότατη παραγωγή δίνει την αίσθηση μιας «κανονικής» κοσμοπολίτικης περιπέτειας, την οποία θα υπονομεύσει ένα σενάριο που καυτηριάζει τον σεξισμό, τον ρατσισμό και τις αποικιοκρατικές αντιλήψεις του δεξιού μυστικού πράκτορα που υποδύεται και πάλι ο δεδομένου κωμικού χαρίσματος και αδιαπραγμάτευτης πρωταγωνιστικής στόφας Ζαν Ντιζαρντέν.

 

Ο Μπεντός αντικαθιστά επάξια τον Χαζαναβίσιους ‒ ό,τι χάνει σε δεξιοτεχνία το κερδίζει με μια λιγότερο χοντροκομμένη προσέγγιση της κωμωδίας. Όπως συνηθίζεται στο εν λόγω franchise, κάποια αστεία χάνονται στη μετάφραση, κάποια κρατούν περισσότερο από όσο χρειάζεται και κάποια βρίσκουν τον στόχο τους. Τουλάχιστον, αφήνει την εντύπωση μιας ταινίας για την οποία όλοι δούλεψαν αρκετά, ένα χαρακτηριστικό που απουσιάζει από πολλές ευρωπαϊκές κωμωδίες που βλέπουμε το καλοκαίρι στα θερινά.