Ο Βρετανός Χιου Βέλκμαν και η Πολωνή Ντορότα Κομπιέλα είναι το ζευγάρι των κινηματογραφιστών πίσω από την τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία του υποψήφιου για Όσκαρ «Loving Vincent». Έξι χρόνια μετά επιστρέφουν με ένα ακόμη πιο φιλόδοξο σχέδιο, τη μεταφορά ενός πολωνικού μυθιστορήματος, άγνωστου εκτός της χώρας στην οποία αναφέρεται, δημοσιευμένο το 1909 από τον νομπελίστα Βλαντισλάβ Ρέιμοντ. Οι «Χωρικοί» δεν είναι μόνο το πορτρέτο μιας νέας κοπέλας με καλλιτεχνικές ανησυχίες και αισθηματικά ζόρια, αφού υποχρεώνεται σε συνοικέσιο με έναν πολύ μεγαλύτερό της, ενώ την ποθεί το μισό χωριό, και σκανδαλίζει τη μικρή κοινωνία με τους παράνομους έρωτες και την ασυμβίβαστη αντίδρασή της, αλλά στοχεύει σε μια πιο περισκοπική ανάλυση της εποχής και του εθιμικού δικαίου που τη χαρακτήριζε, σε παρατήρηση της ζωής των χωρικών, των ταξικών προβλημάτων, ακόμη και στην ερμηνεία των χρωμάτων και της θερμοκρασίας του επικού αυτού αφηγήματος με εφαρμογή μιας τεχνοτροπίας που ποικίλλει από τον νατουραλισμό ως τον ιμπρεσιονισμό και τον ρεαλισμό.

 

Η τεχνική δουλειά που απαιτήθηκε είναι αξιοσημείωτη: σπαρμένη σε τέσσερα διαφορετικά στούντιο, ανάμεσα σε αυτά και ένα στην Ουκρανία, η ανάθεση ενέπλεξε πολλούς animators, στην πλειοψηφία τους γυναίκες, εξέλιξε την κλασική ροτοσκόπηση, δηλαδή τη μετατροπή κινηματογραφημένου υλικού σε κινούμενο σχέδιο, και βάσει του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού και του διαθέσιμου προϋπολογισμού δαπάνησε χιλιάδες ώρες χειροτεχνίας πάνω στα καρέ, σε συνδυασμό βέβαια με ψηφιακή επεξεργασία. Κι ενώ οι ζωντανεμένες εικόνες του Βαν Γκογκ, σε πλήρη αντιστοιχία με το ύφος του και τη ζωή του, ξεπηδούσαν μέσα από την έκπληξη της καινοτομίας αλλά και την οργανική δύναμη του σεναρίου, οι «Χωρικοί», φετινή πρόταση της Πολωνίας για το διεθνές Όσκαρ, χωλαίνουν δραματικά, παρότι ο πυρήνας παραμένει απλός και κλιμακούμενος σε πλοκή και η δομή των τεσσάρων εποχών συγκεκριμένη και διευκολυντική. Η φορτωμένη εικονογραφία και η μεταμόρφωση του live action σε κινούμενες λαδομπογιές φαντάζουν σαν ένα ενάρετο τρικ που αφαιρεί από την ένταση όσο περνά η ώρα και φαίνεται καθαρά πως κάποιων ηθοποιών τα χαρακτηριστικά και η έκφραση έχουν αλλοιωθεί για να γίνει ένα πείραμα. Ή, πολύ απλά, μερικές φορές ένα τέχνασμα πιάνει, όπως στο παρόμοιο «Waking Life» του Λινκλέιτερ, και άλλες κλοτσάει.