Η Ροζ και η Λιλ είναι κολλητές. Μεγάλωσαν στην ίδια γειτονιά μιας ειδυλλιακής παραθαλάσσιας πόλης κι έχουν ανατραφεί με τα ίδια, λίγο-πολύ, βιώματα, αναπτύσσοντας κοινές συνήθειες και έναν παρόμοιο τρόπο ζωής. Η σχέση τους είναι πολύ ιδιαίτερη και η φιλία τους φαντάζει αληθινή και αδιάσπαστη. Οι έφηβοι γιοι τους -στα χνάρια των μανάδων τους, και ειδικά από τη στιγμή που ο Ίαν (Σάμιουελ) έχασε τον μπαμπά του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα- έχουν αναπτύξει μια παρόμοια σχέση μεταξύ τους, μέχρι εκείνο το υπέροχο, ζεστό καλοκαίρι, το οποίο φέρνει πλέον στην επιφάνεια όλα τα συναισθήματα που σιγόβραζαν για καιρό στο εσωτερικό τους. Αποτέλεσμα αυτού είναι να ανατραπούν όλες οι ισορροπίες και να αλλάξουν για πάντα τα μέχρι τότε δεδομένα.

Η ταινία αποτελεί το αγγλόφωνο ντεμπούτο της Αν Φοντέν και βασίζεται σε νουβέλα της νομπελίστριας συγγραφέως Ντόρις Λέσινγκ. Στα χαρτιά ο συνδυασμός έχει ενδιαφέρον, αλλά εκεί που χωλαίνουν οι Μητέρες (ή Γιαγιάδες, σύμφωνα με τον εναλλακτικό αγγλικό τίτλο) είναι ο ξερός, χωρίς φαντασία διάλογος, που ξεγυμνώνει τις υποκριτικές δυνατότητες των δύο νέων ηθοποιών, καθώς και τους κάπως μονοδιάστατα γραμμένους χαρακτήρες τους. Λείπει η αμφιβολία, το ανθρώπινο σφάλμα στην έκφραση, καθώς οι καταστάσεις που θίγονται απαγορεύουν κάθε αυτοματισμό στο σενάριο. Ωστόσο, ο συνδυασμός της αυστραλέζικης, «φυσικότερης» νοοτροπίας με το ευρωπαϊκό αυτί της Φοντέν (στο παλιότερο δικό της Στεγνό Καθάρισμα είχε κατανοήσει την καταπίεση και την ενδοτικότητα της στριμωγμένης Μιού Μιού, και πάλι με πρωταγωνιστή έναν νεότερο εραστή) δίνει μια ευπρόσδεκτα ρευστή ατμόσφαιρα στην ταινία, με το απαλό καλοκαιρινό σκηνικό να αμβλύνει τη σύγκρουση της λαχτάρας με την περιοριστική ηθική. Επίσης, αποδίδεται με ισορροπία και ακρίβεια η ντροπή που κουκουλώνεται: ενώ οι δυο γυναίκες γνωρίζουν πως τυπικά είναι επιτρεπτό να κάνουν σεξ με νεότερούς τους, τα συγκεκριμένα ζευγάρια αναδίδουν μια ανομολόγητη αίσθηση αιμομιξίας, προλαβαίνοντας την κατακραυγή και ενδεχομένως διαφυλάσσοντας την ιδιωτικότητα της απόλαυσης της σχέσης του σε ένα τόσο προστατευμένο, οικογενειακό περιβάλλον. Βοηθάει το ότι και οι τέσσερις πρωταγωνιστές είναι πολύ όμορφοι και ποθητοί - αλλιώς, η σύμπτωση της κοινής επιθυμίας θα ήταν σκανδαλωδώς υπερβολική, καθώς δεν μιλάμε για στερεοτυπικά άμυαλους σέρφερ και θεόχαζες 40άρες που έτυχε να γεννήσουν τα αγόρια τους νεότατες. Κρίμα που το τράβηγμα των καταστάσεων και το στρογγύλεμά τους προκαλεί συχνά θυμηδία.