Είναι εμφανές ότι οι ανισότητες διευρύνονται και ότι ο κόσμος διψά για θεάματα με ταξική συνείδηση, όταν βλέπεις αυτές τις ανησυχίες να διεισδύουν στη mainstream παραγωγή, ακόμα και στη στουντιακή. Το Rich Flu δεν είναι φτιαγμένο από μεγάλο στούντιο μεν, έχει, όμως, γενναίο προϋπολογισμό και απευθύνεται στο ευρύ κοινό.

 

Στην ταινία ένας ιός προσβάλλει τους πλούσιους και πεθαίνουν. Το βασικό σύμπτωμα, που διαχωρίζει τους νοσούντες από τους υγιείς, είναι ότι οι πρώτοι αποκτούν φωσφορίζουσα οδοντοστοιχία – όχι, δεν το βγάλαμε από το μυαλό μας. Δεν είναι σαφής ο τρόπος κατάληξης των ασθενών. Άλλοτε ψυχορραγούν με σπασμούς στο έδαφος, άλλοτε βλέπεις αεροπλάνα να εκρήγνυνται – πρόκειται, προφανώς περί εξελιγμένου ιού, που επεμβαίνει και σε μηχανοκίνητες συσκευές και οχήματα για να βλάψει τον ξενιστή του. Δεν είναι σαφές ούτε και πώς μεταδίδεται. Στην ταινία βλέπουμε έναν χαρακτήρα να προσβάλλεται επειδή έβαλε την υπογραφή του σε συμβόλαιο εκχώρησης της περιουσίας της γυναίκας του προς αυτόν. Αφού πεθάνει, όμως, δεν θα έπρεπε να προσβληθούν σύζυγος και κόρη βάσει της κληρονομικής διαδοχής; Ε, δεν προσβάλλονται, μάλλον επειδή ο ιός αναμένει την αποδοχή κληρονομιάς πριν χτυπήσει – θαυμαστές οι γνώσεις αστικού δικαίου που διαθέτει. 

 

Μικρή σημασία έχει ο μηχανισμός λειτουργίας του ιού για τον δημιουργό της ταινίας The Platform του Netflix, που επιχειρεί μεν τη μετάβαση στη μεγάλη οθόνη, αλλά εξακολουθεί να λειτουργεί με όρους streaming – οι χαρακτήρες επαναλαμβάνουν διαρκώς τι έχει προηγηθεί και ξεκαθαρίζουν τα στοιχήματα, έτσι ώστε όσοι χαζεύουν στο κινητό τους ενώ παίζεται η ταινία να μπορούν να παρακολουθήσουν την πλοκή. Τον ενδιαφέρει κυρίως να σχολιάσει τον κόσμο γύρω του και, πιο συγκεκριμένα, τη σημερινή Ευρώπη.

 

Με αφετηρία το σχηματικότερο σεναριακό εύρημα από τότε που ο Άντριου Νίκολ έγραψε σενάριο αναλογιζόμενος τι θα γινόταν αν όντως ο χρόνος ήταν χρήμα, ο Γκάλντερ Γκαθτέλου-Ουρουτία – όχι, δεν είναι αριστερό εξτρέμ της Αθλέτικ Μπιλμπάο– επιχειρεί μια σειρά από ταυτολογίες και εξαπολύει γενικότητες με επίφαση δικαίου. Παράλληλα, παλεύει να κρατήσει το ενδιαφέρον του κοινού με δραματικά επεισόδια που υπονομεύονται από την εξωφρενικά αδούλευτη κεντρική συνθήκη αλλά και από την έλλειψη μέτρου και γούστου. Μνημειώδης η σκηνή όπου μαινόμενος πλούσιος εκτοξεύει σκύλο σε διερχόμενο αεροπλάνο∙ δύσκολο να πάρεις στα σοβαρά δραματικό μονόλογο όταν η οδοντοστοιχία του ηθοποιού φωσφορίζει στο σκοτάδι. 

 

Κρίμα, γιατί αίσθηση του ρυθμού διαθέτει, όπως αποδεικνύει το πρώτο ημίωρο, και κλείνει την ταινία του και με μια καυστική κατακλείδα περί της εγγενούς αδυναμίας μας να διανοηθούμε το τέλος του καπιταλισμού, όχι από έλλειψη φαντασίας, αλλά λόγω ενδιάθετου φρονήματος. Μακάρι και η υπόλοιπη ταινία να λειτουργούσε με αντίστοιχους σατιρικούς όρους, αντί να μας πυροβολεί με αυτήν τη σοβαροφανή ομοβροντία σαχλαμάρας.