Ο Σάιμον Τζέημς είναι ένας τυπικός υπάλληλος γραφείου που εργάζεται σε μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία. Το αφεντικό του και οι συνάδελφοί του τον υποτιμούν συνεχώς, η μητέρα του τού κάνει παράπονα για όλα και, το χειρότερο όλων, η Χάνα, η όμορφη βοηθός στο τμήμα φωτοαντιγράφων, τον αγνοεί. Όπου και να στραφεί ο Σάιμον βρίσκει μόνο εμπόδια και η ζωή του φαίνεται να μην έχει καμία απολύτως βελτίωση. Τα πράγματα θα χειροτερέψουν ακόμα περισσότερο με τον ερχομό του καινούργιου συναδέλφου του, Τζέιμς Σάιμον

Παρουσιαστής, συγγραφέας και stand up κωμικός –μια αταξινόμητη, πολυσχιδής φιγούρα της αγγλικής τηλεόρασης–, ο Ρίτσαρντ Αγιοάντε, που ανάμεσα στις πολλές ασχολίες του έκανε ενδιαφέρον σκηνοθετικό ντεμπούτο με το Submarine στο σινεμά το 2010, πετυχαίνει μια εύστοχη και εξόχως στυλιζαρισμένη διασκευή του νεανικού αριστουργήματος του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Ο Σωσίας. Η δράση έχει μεταφερθεί στη σύγχρονη εποχή, στα γραφεία μια πολυεθνικής εταιρείας, όπου ο Σάιμον Τζέιμς φυτοζωεί επί χρόνια στο τμήμα των φωτοαντιγράφων, ασθμαίνων μέσα στις αθεράπευτες ανασφάλειες και τις φοβίες του, αόρατος για όλους, και ειδικά για τα μάτια της νόστιμης Χάνα. Το πρόβλημα του επιτείνεται όταν καταφθάνει ορεξάτος και αεράτος ο Τζέιμς Σάιμον, που είναι φτυστός ο ταλαίπωρος Σάιμον, και γίνεται αυτόματα η συμπάθεια όλων, βάζοντας τρικλοποδιές με δόλο και σύστημα, χωρίς να το καταλάβει κανένας.

Ο Αγιοάντε οραματίζεται και υλοποιεί την ταινία του έναν τόνο πιο ελαφρά από τους κατάμαυρους σουρεαλιστικούς εφιάλτες του Ντέιβιντ Λιντς και με μεγαλύτερη εσωστρέφεια και καθαρότητα από τους δαιδαλώδεις, οργουελικούς λαβυρίνθους του Τέρι Γκίλιαμ – οι δύο σκηνοθέτες στους οποίους αναφέρεται κινηματογραφικά αυτός εδώ ο Σωσίας. Τα κλειδιά της επιτυχίας του φιλμ είναι η ανελέητη σατιρική διάθεση (σαρδόνια και ανθρώπινη μαζί) και η μελετημένη μέχρι κεραίας ερμηνεία του Τζέσι Άιζεμπεργκ σε έναν διπλό ρόλο που λες και γράφτηκε γι' αυτόν. Με μια απλή και στακάτη διαδοχή των καταστάσεων, σε λιτό, δραματουργικό και ομοιογενές σκηνοθετικό επίπεδο, ο Σωσίας βουτάει σε μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και δεν παραλείπει να σχολιάσει πανέξυπνα το δομικό μοντέλο του Φρόιντ για την ψυχή, χωρίς να μας καταπλακώσει με τη θεωρητική ανάλυση που συνεπάγεται. Μπορεί να έχουμε ξαναδεί ιστορίες με το Εγώ και τις παρενέργειές του, αλλά η σισύφεια πάλη του εαυτού μας με το ιδανικό συμπλήρωμά του για τη μάταιη κοινωνική αποδοχή παραμένει ένας συναρπαστικός μύθος, ειδικά όταν αξιοποιείται με φρέσκες ιδέες.