Ο Μάγος του Οζ παραμένει ένα ρηξικέλευθο αριστούργημα από το 1939, εκείνο το annus mirabilis του Όσα παίρνει ο άνεμος, επίσης σε σκηνοθεσία Βίκτορ Φλέμινγκ, της Ταχυδρομικής Άμαξας του Φορντ, του Αμερική, η Χώρα της Ελευθερίας του Κάπρα αλλά και της παραγνωρισμένης κωμωδίας Σαρξ και Διάβολος του Τζορτζ Μάρσαλ. Αν και δεν της φαίνεται, σε σύγκριση με όλες τις άλλες αυτή είναι η πιο «αμερικανική», με διαφορά. Το παραμύθι στο οποίο βασίζεται, το The wonderful wizard of Oz, το πρώτο από μια ολόκληρη σειρά που ο Λάιμαν Φρανκ Μπάουμ δεν γινόταν να μη γράψει μετά την απίστευτη επιτυχία του πρώτου, μιλά για το τι συνιστά την Αμερική εν τη γενέσει της, για την καρτποσταλική έννοια της φτωχικής εστίας ως εξιδανικευμένη νοσταλγία της καταγωγής, την περιπλάνηση και την περιπέτεια, τη μεταμόρφωση σε μια προσωπικότητα/αντανάκλαση του ονείρου, την απόδραση από την πραγματικότητα, την επιχειρηματικότητα και την εξαπάτηση, τη δομή της ελπιδοφόρας αναχώρησης και της επιτυχημένης επιστροφής. Γραμμένη το 1900, η αλληγορία περιέγραφε όσο καμία την ψυχή του 19ου αιώνα όπως περνούσε σε μια αχαρτογράφητη νέα εποχή, σαστισμένη μεταξύ της αφελούς ανθρώπινης καρδούλας και του δέους μπροστά στη βιομηχανοποίηση.
Η φανταχτερή οδύσσεια της Ντόροθι από το ασπρόμαυρο ταπεινό και ανεμοδαρμένο σπιτάκι της στο Κάνσας σε μια φανταστική χώρα με ιπτάμενες μαϊμούδες και γοβάκια που χορεύουν, αγύρτες μάγους και μικροσκοπικά πλάσματα, το αρχετυπικό σκιάχτρο του φόβου, τον καλόβολο τενεκέ και το λιγόψυχο λιοντάρι αλλά και το σκυλάκι, τον Τότο, που όλο χάνεται, με περίεργα πράγματα και αμφίβολα θαύματα, ελικοειδής σαν τον διάσημο (και από τον Έλτον Τζον) yellow brick road και γεμάτη τολμηρές κινηματογραφικές επιλογές, δεν χρειαζόταν να φωνάξει για τη διαφορετικότητα των χαρακτήρων. Αντίθετα, στο Wicked, ένα prequel της ιστορίας που γνωρίζουμε και διαδραματίζεται δεκαετίες πριν από το πρωτότυπο σύμπαν του Μπάουμ, επιβάλλεται να τονισθεί πόσο ασυνήθιστα και ανθρωποδιωχτικά πράσινη είναι η Έλφαμπα, ένα κορίτσι μεγαλωμένο στην αδικία, στον εκφοβισμό και στην απόρριψη από το κοντινό περιβάλλον και κυρίως από τον σοκαρισμένο, προφανώς εξαπατημένο πατέρα, χωρίς μάνα και γεμάτη ενοχές για την αναπηρία της μικρής αδελφής της, Νέσαροουζ. Η έκφρασή της, ασήκωτη όσο και οι τύψεις που τη βαραίνουν χωρίς να φταίει σε τίποτε, βγάζει συνεχώς μελαγχολία και το παρατσούκλι Wicked δεν θ’ αργήσει να κολλήσει πάνω της σαν αμαρτία ικανή να την εξοστρακίσει από μια παραμυθένια κοινότητα που ψάχνει πρίγκιπες και ομορφούλες, «λευκή» μαγεία και happy endings.
Το σκηνικό της μουσικοχορευτικής δράσης είναι το πανεπιστήμιο Σιζ, ένα πιο προσγειωμένο Χόγκγουαρτς με ποικιλία μαθημάτων, ανάμεσα σ’ αυτά και η μαγεία, που διδάσκει η Μισέλ Γέο – ανακουφισμένη που επιτέλους εντοπίζει ένα αυθεντικό ταλέντο υπερδύναμης στο πρόσωπο της Έλφαμπα. Μαζί με την αδελφή της, η πρωταγωνίστρια πιέζεται να εγγραφεί κι εκείνη, και το κάνει, συγκατοικώντας απρόθυμα με την Γκαλίντα, την ενζενί που όλοι συμπαθούν, ένα νόστιμο μουτράκι που πασχίζει να αλλάξει το όνομά της στο πιο καλλιτεχνικό «Γκλίντα». Η σταδιακή προσέγγισή τους είναι η κινητήρια δύναμη του Wicked και η διασταύρωση της Σίνθια Ερίβο με την ποπ σταρ (και εξίσου προικισμένη, με πολύ διαφορετική φωνή) Αριάνα Γκράντε αποτελεί το κλου του μιούζικαλ που θριαμβεύει εδώ και δέκα χρόνια σε όλες τις σκηνές του δυτικού κόσμου, ειδικά στο Μπρόντγουεϊ – οι Ιντίνα Μενζέλ και Κρίστιν Τσένογουεθ, το original ντουέτο, κάνουν ένα χαρακτηριστικό πέρασμα τιμής ένεκεν. Η ταινία είναι πλημμυρισμένη από μουσικοχορευτικά νούμερα του βραβευμένου με Όσκαρ Στίβεν Σουάρτς που σταματάνε τη δράση και είναι σχεδιασμένα να προκαλούν το ξέσπασμα χειροκροτημάτων στους θεατές (τα λεγόμενα showstoppers), και, όπως είναι αναμενόμενο, το «Popular» και το πιο δημοφιλές «Defying gravity», αγαπημένο στα αγγλόφωνα talent shows, κλέβουν την παράσταση, όπως και το «Dancing through life», εκεί όπου φαίνεται το φυσικό χάρισμα του Τζόναθαν Μπέιλι στον ενδιαφέροντα ρόλο του νεαρού γόη Φιέρο. Κι ενώ η Ερίβο κρατάει τον τόνο ψηλά με το gravitas, την αυτονόητη σημασία του ρόλου και την εγνωσμένης αξίας και εύρους φωνή της, η έκπληξη έρχεται από την Γκράντε και τις πτυχές που ανακαλύπτει και αναδεικνύει στον χαρακτήρα της Γκαλίντα, μονόχορδο και διακοσμητικό στην παράσταση, αλλά πολύ λιγότερο επίπεδο και πλακατζίδικο στα κοντινά που της επιφυλάσσει ο Τζον Μ. Τσου. Η σκηνοθεσία του είναι ασταμάτητη, τόσο συντονισμένη με την πολύχρωμη καλλιτεχνική διεύθυνση, που ισοφαρίζει όσο γίνεται καλύτερα τη μεγάλη διάρκεια αυτού του πρώτου μέρους και λειτουργεί καλύτερα προς το συγκινησιακά φορτισμένο φινάλε.
Η ειρωνεία είναι πως ο Μάγος του Οζ, που ο χρόνος όχι απλώς δικαίωσε αλλά εκτόξευσε σε ένα στερέωμα πέρα από το ουράνιο τόξο που τραγούδησε η Γκάρλαντ, έχασε τα Όσκαρ από το Όσα παίρνει ο άνεμος, ενώ το πιο σεταρισμένο και σχετικά απλοποιημένο στις επιδιώξεις του Wicked μπορεί να κάνει τη μεγάλη έκπληξη στα βραβεία της Ακαδημίας σε μια χρονιά με πολλές ανεξάρτητες παραγωγές, αν επικρατήσει αέρας χαρωπού, mainstream φεμινισμού.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0