Γεννημένος στην Ουάσινγκτον το 1919, ο χορογράφος Μερς Κάνινγχαμ θα μπει στη χορευτική ομάδα της θρυλικής Μάρθα Γκράχαμ στην ηλικία των είκοσι, θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί τον συνθέτη Τζον Κέιτζ, με τον οποίο θα παραμείνουν σύντροφοι και μόνιμοι συνεργάτες τα χρόνια που θα ακολουθήσουν, και θα ιδρύσει την ομάδα χορού Μερς Κάνιγχαμ, μέσω της οποίας θα αναδειχθεί σε μία από τις σημαίνουσες φιγούρες του μοντέρνου χορού κατά τον εικοστό αιώνα.

Ο ίδιος ήθελε απλώς να τον αποκαλούν χορευτή, όπως ακούγεται να λέει σε ένα ηχητικό απόσπασμα από συνέντευξη στο Cunningahm (3D). Αυτή η αφαίρεση και η εστίαση στα απολύτως βασικά έμελλαν να αποτελέσουν το σήμα κατατεθέν του. Τον Κάνινγχαμ δεν τον ενδιέφεραν οι συμβολισμοί και η αναφορά της χορογραφίας σε κάποιο συναίσθημα, κάποια διάθεση και, γενικά, σε οτιδήποτε άλλο πέρα από τον ίδιο τον χορό.

Ο χορός ήταν αυτοσκοπός, με το ανθρώπινο σώμα να έρχεται στο προσκήνιο. Στα μάτια του δεν υπήρχε ανθρώπινη κίνηση που να μην μπορεί να αποτελέσει υλικό για χορογραφία, από την απόλυτη ακινησία μέχρι την πιο εξεζητημένη και υπερβολική κίνηση που μπορούμε να φανταστούμε. Το φιλμ βάζει χορευτές να αναπαραστήσουν χορογραφίες που ο Κάνιγχαμ συνέλαβε από το 1942 μέχρι το 1972, ενώ παράλληλα διατρέχει την καριέρα του το διάστημα εκείνο μέσω πλούσιου αρχειακού υλικού.

Ο λόγος συνοδεύεται από την εικόνα και ο συσχετισμός με τη δεύτερη ενισχύεται μέσω του τρισδιάστατου format. Έχοντας πάρει μαθήματα από τον Βέντερς, που επιχείρησε κάτι αντίστοιχο πριν από περίπου μια δεκαετία με το ντοκιμαντέρ του για την Πίνα Μπάους, η Άλα Κόβγκαν αξιοποιεί το βάθος πεδίου, αντί να εκτοξεύει αντικείμενα προς το μέρος του θεατή, ενώ ελαττώνει την ταχύτητα των κινήσεων του φακού και τον απομακρύνει ελαφρά όποτε το ανθρώπινο στοιχείο πλησιάζει προς αυτόν, αποφεύγοντας έτσι τη θολούρα.

Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό και επιτυγχάνει να κατατοπίσει επαρκώς όχι τόσο γύρω από τα διαφορετικά στάδια της ζωής του όσο κυρίως σχετικά με όσα αφορούσαν την τέχνη του. Κι αυτό το κατορθώνει λιγότερο μέσω της πληροφορίας και περισσότερο μέσω της εμπειρίας.