Άλλη μια μεταφορά του παιδικού μυθιστορήματος του Ρόουλντ Νταλ από το 1983, οι Μάγισσες, μετά το freak show του Νίκολας Ρεγκ με την Αντζέλικα Χιούστον, επτά χρόνια μετά την έκδοσή του, μπορεί πλέον να μας πείσει πως δεν ήταν από τις πιο δυνατές στιγμές του συγγραφέα. Η ιστορία των παιδιών που μια συμμορία μαγισσών/εξολοθρευτών ανηλίκων μετατρέπει τρία παιδάκια σε ποντίκια, με απώτερο μήνυμα πως δεν έχει και τόση σημασία σε ποια μορφή βρίσκεσαι στον κόσμο, αρκεί να χρησιμοποιείς το μυαλό και την καρδιά σου για να επιβιώσεις και να σκορπίσεις το Κακό, διασκευάζεται με μηχανικό επαγγελματισμό από τον Ρόμπερτ Ζεμέκις και εξελίσσεται σαν επιτραπέζιο παιχνίδι με εφέ και κλισέ, ευλαβικά περνώντας από το ένα τετράγωνο στο επόμενο, φτιασιδωμένο, κατά τόπους χαριτωμένο και συνολικά μάλλον περιττό.

 

Η Αν Χάθαγουεϊ μπερδεύει προφορές σε μια υπερβολική απόπειρα να μείνει στα χρονικά ως η πιο μοχθηρή μάγισσα όλων των εποχών, η Οκτέιβια Σπένσερ φέρνει θέρμη στον ρόλο της γιαγιάς του ορφανού, άτυχου, αλλά αισιόδοξου ήρωα, ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, στη γενική επιμέλεια, φαίνεται μόνο σε μερικές λεπτομέρειες του λοξού σχεδιασμού των τεράτων και ο Κένια Μπάρις στο σενάριο, δεν προσθέτει κάτι διαφωτιστικό ή πρωτότυπα διασκεδαστικό. Τίμια, μικρομέγαλη ψυχαγωγία.