Η πλοκή του «Dry» εξελίσσεται σε μια κωμόπολη της αυστραλιανής επαρχίας σε μια περίοδο μακράς ξηρασίας. Ο Θεός εγκατέλειψε, θαρρείς, αυτόν τον τόπο, δυσαρεστημένος απ’ όσα έβλεπε, παίρνοντας τη βροχή μαζί του. Ο ντετέκτιβ του Έρικ Μπάνα μεγάλωσε εκεί και επιστρέφει για να εξακριβώσει τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου ενός παλιού φίλου μετά από προτροπή των γονιών του. Η επίσκεψή του στη γενέτειρα θα ξυπνήσει μνήμες από ένα παλιότερο μυστήριο, στο οποίο είχε προσωπική ανάμειξη. Η αφήγηση παλινδρομεί μεταξύ παρόντος και παρελθόντος, δεν πρόκειται όμως για gimmick, ούτε εξυπηρετεί μόνο την αναστολή των αποκαλύψεων και τη δραματική εκκρεμότητα. Το τραύμα του παρελθόντος είναι για τον ήρωα διαρκές και πανταχού παρόν, κάθε γωνιά της πόλης που διασχίζει ξυπνά μέσα του και κάτι από την εποχή εκείνη.

 

Ίσως ξενίσει κάποιους η βραδυφλεγής ανάπτυξη της ιστορίας ή η πένθιμη ατμόσφαιρα σε αυτή την ταινία που κινείται ανάμεσα στο αστυνομικό, την ιστορία συλλογικής (συν)ενοχής αλά «Mystic River» και την ιστορία λύτρωσης, μα, δεδομένα, η υπομονή τους θα ανταμειφθεί όσο περνά η ώρα. Θα ανταμειφθεί από την αρραγή ατμόσφαιρα, τους ιδιοφυείς ελιγμούς της πλοκής, τη μελετημένη ερμηνεία του Έρικ Μπάνα, που πονά βωβά και μοιάζει να κουβαλά στις πλάτες του όλο το βάρος του κόσμου, και από ένα συγκινητικό φινάλε που παρακολουθείς με το στόμα ανοιχτό και τα μάτια υγρά, καθώς πέφτουν οι πρώτες νότες μιας εναλλακτικής διασκευής του «Under the Milky Way» των Church –και οι πρώτες σταγόνες βροχής ίσως;

 

Πραγματικά, μια πολύ ευχάριστη έκπληξη.