Ένας μάγκας στους διαπλανητικούς σκουπιδότοπους, αρκετά «μη μου τους κύκλους τάραττε» για τις αστρικές ταχύτητες με τις οποίες κινούνται οι αρχομανείς και καιροσκόποι καθεστωτικοί και αντάρτες, ένας Ιντιάνα του μπερδεμένου γαλαξία του Πολέμου των Άστρων, ο Χαν Σόλο ήταν ανέκαθεν η ανακουφιστική παρένθεση στους αυστηρούς κανονισμούς του κινηματογραφικού μύθου, από την πρώτη φορά που εμφανίστηκε, πριν από 41 χρόνια, στη Νέα Ελπίδα.

 

Ως άλλος Μπόγκαρτ, αλλά σε εγωιστική παραλλαγή και πιο ατημέλητη εμφάνιση, ο τρίτος της παρέας του Λιουκ και της Λέια, καθορίστηκε ανεπιστρεπτί από τον Χάρισον Φορντ ως καουμπόι του Διαστήματος με άπιαστο άτι το Millenium Falcon, ειρωνικός, παρτάκιας, απρόβλεπτος, παλιομοδίτης, ένας τεμπέλης ροκ σταρ και εντελώς απρόθυμος ήρωας, αντιστάρ ανάμεσα σε φρικιά και ευγενείς που έχουν άγχος να αποδείξουν πως είναι οι δυνατότεροι ή πως ανήκουν κάπου.

 

Ο φύσει ανένταχτος Σόλο συνέχισε, στρατηγικά τοποθετημένος για να δώσει το στίγμα του στο reboot της Disney και να προδοθεί εντυπωσιακά από τον Άνταμ Ντράιβερ σε μια επική έξοδο που του εξασφάλισε υψηλή θέση στο πάνθεον των άδικων θυμάτων της σειράς.

 

Ο φύσει ανένταχτος Σόλο συνέχισε, στρατηγικά τοποθετημένος για να δώσει το στίγμα του στο reboot της Disney και να προδοθεί εντυπωσιακά από τον Άνταμ Ντράιβερ σε μια επική έξοδο που του εξασφάλισε υψηλή θέση στο πάνθεον των άδικων θυμάτων της σειράς.

 

Τώρα όμως αποκτά το δικό του «μαγαζί» και το Solo: A Star Wars Story πιάνει την ιστορία από την αρχή, απαντώντας στο βασικό ερώτημα πώς ο αδέσποτος Χαν βαφτίστηκε Σόλο, ποιο ήταν το πεδίο δράσης του πριν γίνει αχώριστος, πάντα βαριεστημένα, με τα βασανισμένα αδέλφια, πώς γνώρισε τον κολλητό του σύντροφο, τον αξιαγάπητο Τσουμπάκα, και πώς απέκτησε το σκάφος του από τον Λάντο Καλρίσιαν που παλιά υποδυόταν ο Μπίλι Ντι Γουίλιαμς και τώρα ο περιζήτητος δημιουργός του «This is America», ο Ντόναλντ Γκλόβερ, γνωστός και ως Childish Gambino, που παίζει τον χαρακτήρα με σνομπίστικη αυτοπεποίθηση.

 

Ο Άλντεν Έρενραϊχ είναι ο νεαρός Σόλο και ο Αμερικανός ηθοποιός προσπαθεί να δείξει προσωπικότητα, ξεσηκώνοντας, ενίοτε με επιτυχία, κάποιες φορές αμήχανα, μερικές από τις αμίμητες, απορημένες, κωμικές, αλαζονικές μούτες του Χάρισον Φορντ, που ωστόσο στάζουν τρυφερότητα σε ανύποπτες στιγμές.

 

Όπως ήταν αναμενόμενο, ξεκινά μπλεγμένος σε φασαρίες και δραπετεύει με την πρώτη ευκαιρία, ακολουθώντας τον τυχοδιώκτη Μπέκετ (Γούντι Χάρελσον) που του ενσταλάζει την κοσμοθεωρία του περί ανυπαρξίας μπέσας στον άτιμο, αχάριστο γαλαξία.

 

Η Εμίλια Κλαρκ είναι η Κίρα, η μοιραία γυναίκα της ζωής του, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, καθώς στο ξεκίνημα της ταινίας τον σώζει και όταν την ξαναβρίσκει τυχαία αντιμετωπίζει ψυχρότερη συμπεριφορά, γιατί εκείνη πλέον εργάζεται δίπλα σε ένα βαρόνο του εγκλήματος με ασταθή ψυχοσύνθεση (Πολ Μπέτανι).

 

Η ελπίδα, και μαζί η ψευδαίσθηση, του έρωτα τον κρατά ζωντανό στα δύσκολα, την ίδια στιγμή που σκέφτεται πώς θα βγάλει χρήματα για να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία του.

 

Αναλόγως, η ταινία μπολιάζει μια συνεχή ρομαντική εκκρεμότητα μέσα σε μια παρατεταμένη περιπέτεια που εκτελεί χωρίς ψεγάδια και εκπλήξεις ο Ρον Χάουαρντ, ο βραβευμένος με Όσκαρ βετεράνος σκηνοθέτης του Υπέροχου Ανθρώπου και του Κώδικα ντα Βίντσι, που αντικατέστησε τους Φιλ Λόρντ και Κρίστοφερ Μίλερ, τα πλάνα των οποίων δεν ικανοποίησαν την παραγωγή.

 

Το Solo κινείται σε ένα γκρίζο και δυσοίωνο σύμπαν, σκλαβωμένο και αδιέξοδο, εμφατικά αφιλόξενο, έτσι ώστε ο Χαν, προβληματικός κι αδέσποτος ούτως ή άλλως, να θέλει να φύγει με κάθε τρόπο για να αναζητήσει αλλού την τύχη του.

 

Το Solo κινείται σε ένα γκρίζο και δυσοίωνο σύμπαν, σκλαβωμένο και αδιέξοδο, εμφατικά αφιλόξενο, έτσι ώστε ο Χαν, προβληματικός κι αδέσποτος ούτως ή άλλως, να θέλει να φύγει με κάθε τρόπο για να αναζητήσει αλλού την τύχη του.

 

Το κύριο μέλημα της ταινίας δεν είναι να ξεδιψάσει τους comic geeks με τεχνο-υποσημειώσεις και παιχνιδο-λεπτομέρειες αλλά να χτίσει σωστά τον χαρακτήρα του πρωταγωνιστή και ο Χάουαρντ, ως φιλοξενούμενος γενικώς στον γαλαξία της υπερπεριπέτειας, αναλαμβάνει ακριβώς αυτό.

 

Και ο Έρενραϊχ δείχνει προσαρμοστικός στη στολή του ευέλικτου αποστάτη, ενός άνδρα που αγαπήθηκε επειδή δεν μπαίνει στα καλούπια του προκαθορισμένου ήρωα.

 

Η αλήθεια είναι πως η ταινία δεν έχει σπουδαία πλοκή: ο «πόλεμος» γίνεται για κάψουλες ενέργειας που διεκδικούν όλοι λόγω της σπανιότητας και της επικινδυνότητάς τους και το κυνηγητό μοιάζει περισσότερο με σκυταλοδρομία δράσης παρά με οργανική αφομοίωση των ειδικών στοιχείων που συναποτελούν αυτό που λέμε Star Wars.

 

Όπως οι Εκδικητές πολλαπλασιάζονται με γεωμετρικό τρόπο, έτσι και τα παρανυφάκια των Πολέμων των Άστρων αυγατίζουν ανησυχητικά και η αναπόφευκτη κούραση της επανάληψης και της παραλλαγής πλανάται αδιόρατα πάνω από ένα σουλουπωμένο, ισορροπημένο στα συστατικά νοσταλγίας και νεότητας, καινούργιο ξεκίνημα ενός παλιού δρομολογίου.