Όταν πέντε άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι που ξεκινούν την ημέρα τους αμέριμνοι, όπως κάνουν καθημερινά, εγκλωβίζονται στο ασανσέρ ενός κτιρίου, η κλειστοφοβία κάνει την εμφάνισή της, με όλα τα οδυνηρά επακόλουθα. Πόσο μάλλον όταν αποκαλύπτεται ότι ένας από τους εγκλωβισμένους δεν είναι αυτό που φαίνεται, καθώς η Μοίρα τούς αναγκάζει να ρίξουν τις μάσκες τους και να αποκαλύψουν τα πιο μύχια μυστικά τους και το αληθινό τους πρόσωπο. Γεμάτοι αμφιβολία για το ποιος είναι τελικά ο υπαίτιος όλων των δεινών τους και τελείως ανίκανοι να κάνουν οτιδήποτε, οι πέντε έγκλειστοι παραδίδονται αβοήθητοι στα τρομερά γεγονότα που συμβαίνουν στα λίγα τετραγωνικά του ασανσέρ, δίχως να διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια ελπίδα σωτηρίας τους.

Βασισμένη σε μια ιδέα του Νάιτ Σιάμαλαν, ο οποίος ανέλαβε και την παραγωγή, η ταινία είναι μια ιστορία από εκείνες τις τρομακτικές που λέει κάποιος, κοιτώντας τα αστέρια μια καλοκαιρινή βραδιά, ή γύρω από το τζάκι μια κρύα νύχτα του χειμώνα, με θέμα τον Διάβολο και τα αμαρτωλά θύματά του, που δεν πρόλαβαν να μετανοήσουν πριν τους πάρει την ψυχή. Ως μέλος μιας αμερικανικής ταινίας με πρακτικότητα και επιθετική συμπεριφορά, αλλά και μικρές τρύπες και μεγάλα κλισέ, ο Διάβολος δεν αρκείται μόνο στην ψυχή των εγκλείστων αλλά θέλει και το αίμα τους. Όλες οι χριστιανικές παράμετροι έχουν στοιχηθεί κανονικά πίσω από την παραδοχή πως μιας αυτοκτονίας (έτσι ξεκινάει το Devil), ο μεταφυσικός τιμωρός έπεται, σε μια σειρά από συμπτώσεις που εξηγούνται ως ανεξήγητα θρησκευτικά φαινόμενα. Μέσα στο ασανσέρ, η ταινία δυναμώνει, σαν μια έξυπνη άσκηση πάνω στον Χίτσκοκ και την Άγκαθα Κρίστι. Ποιο είναι τελικά το πρόσωπο που θα πάρει; Συνολικά, είναι ένα σβέλτο θριλεράκι που βλέπεται με ένοχη ευχαρίστησηκαι κερδίζει σε βάθος, τρόμο και ατμόσφαιρα από την επιβλητική συμφωνική επένδυση του Φερνάντο Βελάσκεζ, συνθέτη στο Ορφανοτροφείο.