Στη Νεμπράσκα του 1854, και συγκεκριμένα στη θεοφοβούμενη κοινωνία μιας τυχάρπαστης συνοριακής κωμόπολης, ζει μια μοναχική παρουσία ονόματι Μαίρη Μπι Κούντι. Οι εκπρόσωποι της εκεί εκκλησίας έχουν αναθέσει στη Μαίρη τη συνοδεία τριών παρανοϊκών γυναικών προς τα σύνορα με την Aνατολή. Στον δρόμο για τα σύνορα η Μαίρη θα σώσει τη ζωή του Μπριγκς, ενός μυστηριώδη παράνομου δραπέτη, ο οποίος δέχεται να τη συνοδεύσει στην αποστολή της με αντάλλαγμα 300 δολάρια τα οποία θα χρεωθούν αν και μόνο αν καταφέρει να εγγυηθεί ότι θα φτάσουν όλοι στον προορισμό τους σώοι και αβλαβείς. Ανάμεσα σε χιονοθύελλες και απροσδόκητες, επικίνδυνες συναντήσεις με έποικους αλλά και Ινδιάνους, οι δυο μοναχικοί ήρωες έρχονται τόσο κοντά, που η Μαίρη καταλήγει να κάνει πρόταση γάμου στον Μπριγκς! Όποια κι αν είναι τελικά η απόφαση του Μπριγκς –είτε διαλέξει δηλαδή μια όμορφη σύζυγο ή την εργένικη ανεμελιά–, η ζωή στο εξής θα είναι σίγουρα διαφορετική και για τους δυο ...
Όταν μια θεοσεβούμενη, ανύπαντρη, δυνατή γυναίκα θέλει να συνοδεύσει τις τρεις νοικοκυρές που έχουν χάσει τα λογικά τους προς τα ανατολικά και ζητάει τη βοήθεια ενός περιπλανώμενου αλήτη που συμφωνεί για τα λεφτά και μόνο, η ισορροπία δεν μπορεί παρά να είναι εύθραυστη. Η δυναμική αλλάζει συνεχώς και η συνειδητοποίηση των ρόλων που κρατούν ο Μπριγκς και η Μαίρη εξαρτάται από την προοπτική που έχουν απέναντι στη ζωή. Ο Τζόουνς αντιλαμβάνεται εύστοχα πόσο διαφορετικά ερμηνεύουν την επιβίωση στις κακουχίες, την αντίθετη φιλοσοφία ενός αμοραλιστή φτωχοδιάβολου και μιας ζορισμένης χριστιανής, τη σύγκρουση και την κάθαρση που αναπόφευκτα έρχεται σε διαφορετικούς χρόνους.
Η Χίλαρι Σουάνκ, στον καλύτερο ρόλο της μετά τους δύο που της χάρισαν τα Όσκαρ της, και ο Τόμι Λι Τζόουνς πρωταγωνιστούν και συγκινούν ανάμεσα σε ένα μεγάλο καστ που περιλαμβάνει ως και τη Μέριλ Στριπ, σε μια μικρή, φιλική συμμετοχή. Οι αρετές που είδαμε στις Τρεις Ταφές είναι παρούσες και, κυρίως, η λιτή και στοχαστική αφήγηση που φέρνει περισσότερο στο στυλ του ξεχωριστού Meek's Cutoff της Κέλι Ράινχαρτ, που δυστυχώς δεν είδαμε ποτέ στην Ελλάδα, παρά στο φορτωμένο νεο-γουέστερν 3:10 To Yuma. Το Homesman είναι ακόμη πιο κοντά στον θεατή από τις Τρεις Ταφές και ισορροπεί χωρίς πρόβλημα τη μαύρη κωμωδία, κυρίως με την ευέλικτη έκφραση του ηθοποιού Τζόουνς και τα ψήγματα του κώδικα του είδους, όπως φαίνεται να τα γνωρίζει ενστικτωδώς ο σκηνοθέτης Τζόουνς. Στις Κάννες υποστηρίχθηκε ευρέως πως η ταινία είναι αντιδραστική – με λίγα λόγια αντιφεμινιστική. Διαφωνώ κάθετα, καθώς η εποχή στην οποία διαδραματίζεται η υπόθεση δικαιολογεί πλήρως την κατάσταση και τη σκέψη των γυναικών, και το φινάλε (που προφανώς δεν γίνεται να αποκαλύψω, ούτε επίσης την ανατροπή κάπου στη μέση της διαδρομής) αναπτύσσει δραματικά τους χαρακτήρες, με πίκρα, σκοτεινιά και απαισιοδοξία δίχως αμφιβολία.